Μετααριστερός αναρχισμός
|
Ο μετααριστερός αναρχισμός είναι μία τάση του σύγχρονου αναρχισμού η οποία σχηματίστηκε με επίκεντρο την κριτική στον «αριστερίστικο» κλασικό κοινωνικό αναρχισμό (π.χ. αναρχοκομμουνισμός, αναρχοσυνδικαλισμός κλπ) και τη σύνδεσή του με το εργατικό κίνημα και τις πρακτικές του. Οι μετααριστεροί συνήθως είναι θεωρητικά επηρεασμένοι τόσο από ορισμένες πτέρυγες του αναρχοκομμουνισμού, όσο και από κάποιους αναρχοατομικιστές (π.χ. τον Μαξ Στίρνερ) ή τους καταστασιακούς. Κύριο χαρακτηριστικό τους είναι η απόρριψη κάθε τύπου τυπικής οργάνωσης (π.χ. σε συνδικάτα) ως ιεραρχικής πρακτικής, η άρνηση της αρχής της πλειοψηφίας σε αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες χάριν της αρχής της συναίνεσης και η στηλίτευση της επικέντρωσης του κοινωνικού βίου στη λειτουργία της οικονομίας, μέσω καταπιεστικών θεσμών όπως η υποχρεωτική εργασία και το σύστημα αξιών που απορρέει από αυτήν[1]. Συνήθως στον λόγο τους απορρίπτουν τη δημοκρατία (είτε πλειοψηφική-άμεση, είτε αντιπροσωπευτική-φιλελεύθερη) ως εξουσιαστικό πολιτικό σύστημα, βασισμένο σε έναν εκ των προτέρων αποδεκτό διαχωρισμό μεταξύ των πολιτικών υποκειμένων ο οποίος κάνει απαραίτητη την ψηφοφορία, εφικτή τη «δικτατορία της πλειοψηφίας» και σχεδόν αδύνατη την πραγματική επαναστατική ανατροπή[2]. Αντιπροτείνουν δίκτυα αυτοτελών συνελεύσεων που λειτουργούν συναινετικά και χωρίς αυστηρές δεσμεύσεις δράσης για τις μειοψηφίες, συνήθως όμως με κάποιες πλειοψηφικές δικλείδες ασφαλείας[3]. Ο μετααριστερός αναρχισμός επικαλύπτεται σημαντικά με τον εξεγερσιακό αναρχισμό και με ορισμένες όψεις του πράσινου αναρχισμού. Όλες αυτές οι τάσεις, οι οποίες βλέπουν τους μηχανισμούς και τις μεθόδους της κλασικής Αριστεράς ως εγγενώς καταπιεστικούς ή αναποτελεσματικούς, αναδύθηκαν στο πλαίσιο του σύγχρονου αναρχισμού κατά τη δεκαετία του 1970, επηρεασμένες από τα νέα κοινωνικά κινήματα της εποχής. Έχουν δεχθεί ισχυρή κριτική από επικριτές τους, οι οποίοι συνήθως τους αντιπαραθέτουν τα χαρακτηριστικά του κλασικού κοινωνικού αναρχικού κινήματος όπως η σύνδεση με την ταξική πάλη και το εργατικό κίνημα, η επίσημη οργάνωση σε ομοσπονδίες μη τοπικού επιπέδου και το αίτημα της αμεσοδημοκρατικής εργατικής αυτοδιεύθυνσης. Ο κοινωνικός οικολόγος Μάρεϊ Μπούκτσιν έχει χαρακτηρίσει τον νεώτερο αναρχισμό μία ασταθή και αποτυχημένη σύνθεση αναρχοατομικισμού και κλασικού κοινωνικού αναρχισμού, η οποία γρήγορα καταλήγει ανώδυνη ή ενσωματώνεται στο κατεστημένο[4], ενώ ο Μπομπ Μπλακ σε ανταπάντηση χαρακτήρισε τις ιδέες του Μπούκτσιν παρωχημένες και δείγμα «αριστερισμού», σημειώνοντας ότι οι παλαιές δομές (π.χ. τα συνδικάτα) και μέθοδοι (π.χ. απεργίες) του εργατικού κινήματος είναι που ιστορικά ενσωματώθηκαν στο κατεστημένο ή κατεστάλησαν από το κράτος. Παραπομπές και σημειώσεις 1. ↑ Black, Bob. The Abolition of Work and Other Essays (1986).
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License |
||
|
|