Αναρχοκαπιταλισμός
|
Αναρχοκαπιταλισμός ή αναρχισμός της ελεύθερης αγοράς αποκλήθηκε το ρεύμα εκείνο του αναρχοατομικισμού που αρνείτο μεν την ύπαρξη του κράτους, ως αυτόνομου μηχανισμού εξουσίας επί της κοινωνίας, αλλά δεχόταν την ύπαρξη του συστήματος της οικονομίας της ελεύθερης αγοράς και του κινήτρου του χρηματικού κέρδους ως μοχλού της ανθρώπινης δραστηριότητας. Οι κύριοι θεωρητικοί του αναρχοκαπιταλισμού οραματίστηκαν ένα κοινωνικό μοντέλο στηριγμένο αποκλειστικά στην ατομική ιδιοκτησία και στην ιδιωτική πρωτοβουλία. Οι βασικοί τους στόχοι ήταν η διαμόρφωση ενός δικαίου στηριγμένου στα αρνητικά δικαιώματα, η ιδιωτικοποίηση όλων των κρατικών θεσμών και η εξάλειψη κάθε μορφής άμεσου εξαναγκασμού έναντι οιουδήποτε πολίτη. Πίσω από τις αρχές τους υφέρπει μια προσήλωση στα φυσικά δικαιώματα και στη λοκιανή κοσμοθέαση. Πολλοί αναρχοκαπιταλιστές θεώρησαν ως εμβρυακό μοντέλο αναρχοκαπιταλιστικής κοινωνίας τη μισοδιαλυμένη από τους πολέμους και ουσιαστικά ακυβέρνητη επί χρόνια Σομαλία. Κατά καιρούς ο αναρχοκαπιταλισμός έχει συνδεθεί με τον νεοφιλελευθερισμό, ως ακραία εκδοχή του τελευταίου, ενώ ορισμένοι θεωρητικοί, κυρίως σοσιαλιστές, έχουν αμφισβητήσει το κατά πόσον αποτελεί πραγματικά κάποια «δεξιά» τάση του αναρχισμού. Επίσης πρέπει να σημειωθεί ότι υπήρξαν αναρχοατομικιστές οι οποίοι αποδέχονταν την ελεύθερη αγορά ως φυσικό τρόπο διανομής των παραγόμενων αγαθών, αλλά όχι τον καπιταλισμό και το κίνητρο του χρηματικού κέρδους: αυτοί δεν μπορούν να ταξινομηθούν ως αναρχοκαπιταλιστές. Στον αγγλοσαξονικό κόσμο ο αναρχοκαπιταλισμός ορισμένες φορές αποκαλείται δεξιός ελευθεριακός χώρος («right libertarianism»). Χαρακτηριστικά Βασικότερη φυσιογνωμία της αναρχοκαπιταλιστικής θεωρίας υπήρξε ο οικονομολόγος, φιλόσοφος και ερασιτέχνης ιστορικός Μάρεϊ Ρόθμπαρντ (Murray Rothbard, 1926-1995). O Ρόθμπαρντ, μέσα από τη μελέτη των οικονομικών συστημάτων που επικράτησαν ιστορικά, έφτασε στα παρακάτω συμπεράσματα: * Ότι το κράτος συνιστά τον κύριο διαταράκτη κάθε ομαλής οικονομικής δραστηριότητας που συνίσταται στις εθελούσιες συναλλαγές μεταξύ συναινούντων ατόμων. * Οτι το βασικό κίνητρο της διατάραξης της οικονομικής ζωής από το κράτος υπήρξε η υφαρπαγή μέρους του παραγόμενου κοινωνικού προϊόντος από τις ομάδες εκείνες που ήλεγχαν τον κρατικό μηχανισμό (μέσω της φορολογίας, της νόθευσης του νομίσματος και της πληθωριστικής επέκτασης του). * Ότι βασική προϋπόθεση μιας ομαλής κοινωνικής συμβίωσης είναι η αμοιβαία αναγνώριση της λεγόμενης ιδιοκτησίας επί του εαυτού, δηλαδή της δυνατότητας αυτοδιάθεσης του ατόμου με μοναδικό κριτήριο τη δική του θέληση δίχως έξωθεν επιβολή, θέληση η οποία περιορίζεται μονάχα από τον σεβασμό στην ιδιοκτησία των άλλων. Ταυτόχρονα ο Ρόθμπαρντ διαπίστωσε πως σε κάθε ιστορική συγκυρία, οι κοινωνικές δυνάμεις του ανταγωνισμού και της δυναμικής προσαρμογής έτειναν να καλύψουν την υπάρχουσα ζήτηση για κάθε είδος αγαθού, υλικού ή άυλου. Συμπέρανε επίσης πως αυτές οι δυνάμεις μέσα από τα κανάλια της αγοράς κατάφερναν να επιλύουν το πρόβλημα της σπάνης (scarcity) ταχύτερα και πιο αποδοτικά από το κράτος. Το αμέσως επόμενο πόρισμα ήταν φυσιολογικά ότι σε έναν πολιτικά αποκεντρωμένο κόσμο, μη-κυβερνώμενο από κάποιο κράτος, η κοινωνία θα παρήγαγε περισσότερο πλούτο, και θα έλυνε τα θεμελιώδη της προβλήματα πιο αποτελεσματικά.
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License |
||
|
|