Ελιά
|
(*) Είναι δέντρο που ανήκει στην οικογένεια των Ελαιιδών και είναι γνωστό απ' την αρχαιότητα. Πρόκειται για δέντρο μέσου μεγέθους που δεν ξεπερνά σε ύψος τα 10 μέτρα, ενώ σήμερα υπάρχουν και ποικιλίες που δεν ξεπερνούν ούτε τα 5 μέτρα. Η ελιά κατάγεται από τις χώρες της ανατολικής λεκάνης της Μεσογείου. Σύμφωνα με την ελληνική παράδοση έχει σαν πατρίδα την Αττική και πιο συγκεκριμένα την Αθήνα. Είναι γνωστός ο μύθος της Αθηνάς και του Ποσειδώνα για το ποιος θα δώσει το όνομά του στη νέα πόλη. Σήμερα μπορούμε να πούμε ότι η ελιά δεν έχει πατρίδα την Αττική, αλλά το πιο πιθανό είναι ότι στην Αττική έγινε η πρώτη συστηματική καλλιέργεια. Γνωστό ακόμη είναι ότι πρώτος λαός που συστηματικά καλλιέργησε την ελιά ήταν οι Έλληνες. Από τις διάφορες ιστορικές πηγές φαίνεται ότι και οι Φοίνικες έκαναν χρήση του λαδιού, χωρίς όμως να κάνουν συστηματική καλλιέργεια της ελιάς. Ίσως το λάδι το μάζευαν απ' τις άγριες ελιές. Άλλωστε την εποχή των Φοινίκων φαίνεται ότι γινόταν αρκετά μεγάλο εμπόριο λαδιού μεταξύ της Φοινίκης και της Κρήτης. Η ελιά είναι το πιο χαρακτηριστικό δέντρο των εύκρατων περιοχών της γης. Σήμερα καλλιεργείται σ' όλες τις μεσογειακές χώρες και σε μικρή απόσταση από τη θάλασσα. Στο εσωτερικό των μεσογειακών χωρών ιδιαίτερα εκείνων που βρίσκονται στη βόρεια πλευρά της Μεσογείου, δεν ευδοκιμεί. Επίσης η ελιά δεν έχει μεγάλες απαιτήσεις σε υγρασία. Σήμερα η ελιά, εκτός απ' τις μεσογειακές χώρες, καλλιεργείται και σε άλλες περιοχές που έχουν σχεδόν τις ίδιες κλιματολογικές συνθήκες. Έτσι τα τελευταία 150 χρόνια η ελιά διαδόθηκε στην Καλιφόρνια, στη Βραζιλία, στην Αργεντινή, στην Αυστραλία ενώ γίνονται προσπάθειες, από το 1960 και έπειτα, να καλλιεργηθεί και στην Κίνα. (*) Τα φύλλα της ελιάς είναι αντίθετα, μακρόστενα (λογχοειδή) και μοιάζουν σαν να είναι από δέρμα, είναι σκουροπράσινα στο πάνω μέρος, ενώ στο κάτω είναι λευκά. Τα λουλούδια της είναι άσπρα και βγαίνουν πολλά μαζί σε μπουκέτο. Στο ίδιο δέντρο υπάρχουν και τα θηλυκά και τα αρσενικά. Η γονιμοποίηση γίνεται με τη βοήθεια του αέρα, με τη διαφορά όμως ότι η γονιμοποίηση γίνεται κατά κανόνα με τη γύρη των άλλων δέντρων και όχι με τη δική τους. Για το λόγο αυτό όταν την άνοιξη δε φυσά αέρας, δε δένουν καρπούς. Άλλωστε αυτός είναι και ο λόγος που δεν πρέπει να φυτεύονται σε μέρη, όπου δε φυσάει αέρας. Οι καρποί έχουν διάφορα σχήματα, από στρογγυλό μέχρι μακρόστενο. Γύρω από το κουκούτσι υπάρχει η ψίχα. Στην ψίχα αυτή υπάρχει και το λάδι. Το χρώμα του καρπού σ' όλα τα είδη, πριν ωριμάσουν, είναι πράσινο. Όταν ωριμάσουν, σε άλλα είδη παραμένει πράσινο, σε άλλα γίνεται καφεπράσινο, ενώ σ' άλλα γίνεται μαύρο. Οι ελιές ωριμάζουν στο τέλος τους φθινοπώρου και το χειμώνα. Το μάζεμα της ελιάς γίνεται ακόμη με πρωτόγονα σχετικά μέσα και με τα χέρια. Υπάρχουν σήμερα μερικά μηχανήματα για τη συγκομιδή της ελιάς, ιταλικής κυρίως προέλευσης, που όμως δεν μπορούν να θεωρηθούν ότι λύνουν το πρόβλημα της συγκομιδής. Μετά τη συγκομιδή οι ελιές μεταφέρονται στα ελαιοτριβεία, όπου με ειδικά μηχανήματα γίνεται το λιώσιμο και, στη συνέχεια, σε υδραυλικές πρέσες, που αναπτύσσουν πιέσεις μέχρι και 300-400 ατμόσφαιρες. Με την πίεση βγαίνουν από την ψίχα της ελιάς όλοι οι χυμοί, καθώς και το λάδι. Το λάδι, σαν ελαφρότερο από τους άλλους χυμούς, μαζεύεται στην επιφάνεια των δεξαμενών. Έτσι, όταν ανοιχτεί η δεξαμενή, από το κάτω μέρος θα φύγουν οι διάφοροι χυμοί που λέγονται λιόζουμο και στο πάνω μέρος θα μείνει το λάδι. Μετά το λάδι αυτό περνιέται από ειδικά φίλτρα, για να καθαρίσει από τα μικρά κομμάτια της ψίχας που αιωρούνται. Η απόδοση της ελιάς σε λάδι είναι ανάλογη με το είδος. Στην Ελλάδα είναι γύρω στο 25-30%, για τις ποικιλίες που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή λαδιού. Στις ελιές, που χρησιμοποιούνται για φαγητό, δεν ξεπερνά το 10%. Η παραγωγή λαδιού κάθε χρόνο στη χώρα μας είναι αρκετά σημαντική. Η Ελλάδα είναι η τρίτη χώρα στον κόσμο σε παραγωγή λαδιού, μετά την Ιταλία και την Ισπανία. Ένα μεγάλο μέρος της παραγωγής του λαδιού εξάγεται σε άλλες χώρες, κυρίως στις ευρωπαϊκές. Μετά το στύψιμο της ελιάς στις πρέσες, για να βγει το λάδι; το υπόλοιπο στερεό (που μένει και που λέγεται πυρήνας ή λιοκόκκια) είναι δυνατό να χρησιμοποιηθεί για τη διατροφή των ζώων. Σήμερα γίνονται προσπάθειες για την καλύτερη αξιοποίηση των υπολειμμάτων αυτών. Στην Ελλάδα υπάρχουν μερικές δεκάδες ποικιλίες από ελιές, ενώ μερικές δεν είναι ποικιλίες, αλλά παραλλαγές της ίδιας ποικιλίας που βρέθηκε όμως σε διαφορετικές εδαφολογικές και κλιματολογικές συνθήκες. Όλες οι ποικιλίες μπορούν να χωριστούν σε δύο μεγάλες κατηγορίες: σ' εκείνες που καλλιεργούνται για βρώσιμες και σ' εκείνες που καλλιεργούνται για την παραγωγή λαδιού. Οι βρώσιμες ελιές είναι πάντα πιο μεγάλες, η ψίχα τους είναι πιο παχιά, ενώ περιέχουν πολύ μικρότερο ποσοστό λάδι. Οι ελιές της δεύτερης κατηγορίας έχουν κατά κανόνα μικρότερους καρπούς, αλλά η περιεκτικότητα σε λάδι είναι πολύ μεγάλη. Ο πολλαπλασιασμός με σπόρο παρουσιάζει τις παρακάτω δυσκολίες. Από τους σπόρους δε βγαίνουν πάντα τα ίδια δέντρα, όπως εκείνα από τα οποία προέρχονται οι σπόροι. Το πιο πιθανό είναι ότι θα βγουν άγρια, που θα έχουν κατώτερη ποιότητα ελιάς, αλλά και η ποσότητα που θα παράγουν θα είναι πολύ μικρή. Άλλωστε ο τρόπος αυτός είναι πολύ αργός. Δέντρα που προέρχονται από σπόρους αρχίζουν να αποδίδουν μετά από 10 περίπου χρόνια, ενώ σε πλήρη απόδοση φτάνουν γύρω στα 20 χρόνια. Τα δέντρα όμως αυτά έχουν το πλεονέκτημα ότι ζουν πολλά χρόνια και δε "γερνούν" γρήγορα. Ο πολλαπλασιασμός με σπόρια γίνεται σε μερικές περιπτώσεις αλλά συνοδεύεται όμως από το μπόλιασμα των νεαρών δέντρων. Ο τρόπος αυτός έχει το μεγάλο πλεονέκτημα ότι συνδυάζει τη μακροβιότητα των δέντρων, αλλά συγχρόνως εξασφαλίζει και την καλή παραγωγή, γιατί το μπόλι προέρχεται από δέντρο του οποίου γνωρίζουμε την παραγωγή. Ακόμη ο τρόπος του μπολιάσματος χρησιμοποιείται και στην περίπτωση αγριλιών. Τα μοσχεύματα είναι ένας τρόπος πολλαπλασιασμού πολύ διαδεδομένος στην Ελλάδα. Με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται γρήγορα η παραγωγή, τα δέντρα αρχίζουν να αποδίδουν σε 4 - 6 χρόνια, ενώ στα 10 χρόνια έχουν φτάσει σε πλήρη απόδοση. Με τη διαφορά όμως ότι τα δέντρα αυτά δεν κρατάνε πολύ, και σε 40 περίπου χρόνια η παραγωγή των δέντρων αυτών μειώνεται στο ένα τρίτο περίπου. Ο πολλαπλασιασμός με καταβολάδες και με παραφυάδες παρουσιάζει αρκετές δυσκολίες. Οι παραφυάδες συνήθως βγαίνουν κοντά στις ρίζες, και είναι στην πλειοψηφία τους αγριελιές. Οι καταβολάδες επίσης δύσκολα μπορούν να γίνουν. Απαιτείται μια ολόκληρη διαδικασία, που δεν είναι ούτε εύκολη αλλά ούτε και φτηνή. Για το λόγο αυτό ακόμη σαν ένας από τους πιο διαδεδομένους τρόπους πολλαπλασιασμού θεωρείται το μπόλιασμα πάνω σε αγριελιές ή ο πολλαπλασιασμός με μοσχεύματα. Ιστορία - Μυθολογία Η ιστορία της ελιάς είναι πολύ παλιότερη από την ιστορία του ανθρώπου, γιατί η επιστήμη έχει δείξει ότι η ελιά φύτρωνε στη γη πολύ πριν εμφανιστεί ο άνθρωπος πάνω σ' αυτή. Οι πρώτοι άνθρωποι στην Ελλάδα, φαίνεται ότι ζούσαν κάτω από απέραντα δάση ελιάς. Την ελιά οι αρχαίοι την τιμούσαν ιδιαίτερα και κυρίως για τον πολύτιμο καρπό της το λάδι. Αυτό το δείχνει και ο γνωστός μύθος για το φύτεμα της ελιάς στην Αθήνα από τη θεά Αθηνά στη διάρκεια της φιλονικίας της με τον Ποσειδώνα για το ποιανού όνομα θα πάρει η πόλη. Κλωνάρι ελιάς έφερε το περιστέρι στην Κιβωτό του Νώε για να του δείξει ότι τελείωσε ο κατακλυσμός. Οι αρχαίοι Έλληνες την θεωρούσαν δέντρο ιερό και με κλάδους αγριελιάς, τον "κότινο", στεφάνωναν τους νικητές στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Φαίνεται ότι την ελιά την γνώριζαν και οι Εβραίοι και συγκαταλέγεται στα αγαθά τα οποία θα εύρισκαν στη γη της Επαγγελίας. Από πολύ παλιά είχε αναγνωριστεί η πολύτιμη θρεπτική αξία του λαδιού και το χρησιμοποιούσαν σαν πρώτη τροφή. Επίσης το χρησιμοποιούσαν και σαν θεραπευτικό μέσο. Άλειφαν μ' αυτό τις πληγές για να κλείσουν. Επίσης αποστείρωναν τις πληγές με καυτό λάδι για να αποφύγουν τη μόλυνση. Το χρησιμοποιούσαν και σαν φωτιστικό μέσο στα λυχνάρια που έκαιγαν με φυτίλι από μπαμπάκι. Ακόμη και σήμερα χρησιμοποιούν το λάδι στα καντήλια που βάζουν στα εικονίσματα στα σπίτια και στις εκκλησίες. Ελιά – Επαρχία Λεμεσού., Αυγούστα Στυλιανού, ζωγράφος Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org + LivePedia.gr http://www.livepedia.gr/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License |
||
|
|