Ελλάδα , Χλωρίδα


Πλουσιότατη σε ποικιλία, αλλά φτωχή σε έκταση παρουσιάζεται η χλωρίδα της Ελλάδας, η οποία ανήκει στην παραμεσόγειο περιφέρεια, που περιλαμβάνει όλες τις χώρες που βρέχονται από τη Μεσόγειο Θάλασσα. Η κυριότερη ομάδα της ελληνικής βλάστησης είναι τα αειθαλή φυτά (πλατύφυλλα, σκληρόφυλλα).

Από τις φυτικές οικογένειες των σπερματοφύτων, 520 είδη ανήκουν στα σύνθετα φυτά, 348 είδη στα ψυχανθή, 28 στα αγρωστώδη, 260 στα καρυοφυλλώδη, 230 στα χειλανθή, 183 στα σκιαδανθή, 158 στα λειριανθή.

Γενικά ο αριθμός των ειδών των φυτών, που υπάρχουν στην Ελλάδα, είναι περίπου 5.500 - 6.000 εκτός από τα φυτά που έχουν εισαχθεί από ξένες χώρες (π.χ. εσπεριδοειδή, συκιά κ.ά.).

Ανάλογα με τη μορφή ή τη φυσιογνωμία τους τα φυτά της ελληνικής χλωρίδας, μπορούν να χωριστούν ως ακολούθως:

* Θερόφυτα. Λέγονται τα φυτά εκείνα που κατά την περίοδο της ξηρασίας (το καλοκαίρι) βρίσκονται μέσα στο έδαφος σαν σπέρματα. Στα θερόφυτα ανήκουν το τριφύλλι, η μαλκομία η ελληνική ή η παράλιος, ο δαύκος ο καρωτός, ο τρίβολος ο χερσαίος, το σισύμβριο το ανατολικό κ.ά.

* Γεώφυτα. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν τα περισσότερα φυτά που έχουν ρίζωμα ή κόνδυλους. Εμφανίζονται μετά το τέλος μακράς περιόδου ξηρασίας και έχουν πολύ όμορφα άνθη, που παρουσιάζουν γρήγορη ανάπτυξη. Μεγάλος είναι ο αριθμός των γεωφύτων στην Ελλάδα, τα κυριότερα είδη των οποίων αναφέρουμε: ασφόδελος ο μικρόκαρπος, ίρις η γερμανική, ασφοδελίνη η κίτρινη, τολύπη η οργανίδεως, σκύλλα η παράλιος, ίρις το σισυρίχιον, όρχις ο ψυχανθής, οφρύς η κίτρινη, οφρύς η μέλισσα, κυκλάμινο το ελληνικό ή το ευρωπαϊκό, ανεμώνη η στεφανωτική ή κηπαία ή χαρίεις, αλωπέκουρος ή βολβώδης, μανδραγόρας ο φαρμακευτικός ή φθινοπωρινός, βατράχιο το βραχύφυλλο ή ριπιδοειδές ή χιλιόφυλλο κ.ά.

* Σκληρόφυλλα. Αυτά, κατά κανόνα, είναι δέντρα ή μικροί θάμνοι με μικρά σκληρά και πολυετή φύλλα. Τα φύλλα αυτά πέφτουν, αλλά στο μεταξύ έχουν σχηματισθεί άλλα, έτσι ώστε τα φυτά μένουν αειθαλή. Τα σκληρόφυλλα αποτελούν το κυριότερο μέρος της ελληνικής χλωρίδας της παραμεσογείου.

* Από τα κυριότερα σκληρόφυλλα είναι η δάφνη, ο πρίνος, η ελιά, ο σχίνος, η κουμαριά, η αριά, η ξυλοκερατέα (χαρουπιά), η πικροδάφνη, το δενδρολίβανο, η αγριολεβάντα κ.ά.

* Μικρόφυλλα. Είναι τα φυτά που έχουν στενά βελονοειδή φύλλα. Στενά φύλλα έχει η κακίλη η παράλιος, η σοδαία, η θαμνώδης κ.ά. Βελονοειδή φύλλα συναντιώνται σε όλα τα είδη του πεύκου, στην ερείκη (τα ρείκια), στον ασπάραγο τον οξύφυλλο κ.ά.

* Φυτά με τρίχωμα. Το τρίχωμα αυτό χρησιμεύει ως μέσο κατά της εξάτμισης. Πολλά τέτοια φυτά υπάρχουν στην Ελλάδα, κυρίως μεταξύ των φυτών των βράχων. Φυτά με τρίχωμα είναι η φασκομηλιά η τρίβολη, στάχυς ο ιταλικός, κουβάλβουλος ο κομψότατος ή τριχωτός ή γραμμοειδής, λωτός ο κρητικός κ.ά.

* Φυτά με αδένες (ή αρωματικά). Τα περισσότερα από αυτά τα φυτά έχουν αδένες που εκκρίνουν αιθέρια έλαια. Άλλα πάλι φέρουν νεκτάρια με αρωματικές ουσίες. Φυτά αυτής της κατηγορίας βρίσκουμε κυρίως σε πετρώδη και ξηρά εδάφη. Από τα κυριότερα είδη της κατηγορίας αναφέρουμε το θυμάρι, τη θρούμπη, τον απήγανο, τη δίκταμνο τη λευκή, τον κίστο τον κρητικό, τη μυρτιά κ.ά.

* Φυτά ραβδοειδή. Τα φύλλα των φυτών αυτών παρουσιάζουν ελάχιστη ανάπτυξη. Τέτοια φυτά είναι το σπάρτο το κοινό, η εφέδρα η καμπυλόπους και η εφέδρα η ροδινή, η όσυρις η λευκή κ.ά.

* Ακανθώδεις θάμνοι. Τα φύλλα, οι βλαστοί και οι μίσχοι των φύλλων, έχουν μετατραπεί σε αγκάθια, για την προστασία του φυτού από την ξηρασία και τα διάφορα ζώα. Πολλά τέτοια φυτά συναντούνται στην Ελλάδα, όπως ο ασπάλαθος, το λαχναίο, το ποτήριον το ακανθώδες, η βερβερίδα η κρητική, το κενταύριο το ακανθώδες, η ανθυλίδα η ερμάνιος (κ. αλογοθύμαρο) κ.ά.

* Φυτά στρωματοειδή. Τα φυτά της κατηγορίας αυτής έχουν μικρά φύλλα με πλούσια διακλάδωση και πολύ μικρά μεσογόνατα, έτσι ώστε το φυτό να παρουσιάζει στρωματοειδή μορφή. Τέτοια φυτά συναντούνται κυρίως στα ψηλά όρη. Από τα σπουδαιότερα φυτά αυτής της κατηγορίας είναι η αλσίνη η παρνάσσιος, ο αστράγαλος ο στενόφυλλος, το παγκράτιο το παράλιο, η δράβη η συγγενής κ.ά.

* Παχύφυτα ή χυμώδη φυτά. Τα φύλλα και ο βλαστός των φυτών αυτών παραλαμβάνουν νερό και γίνονται χυμώδη και σαρκώδη. Τέτοια φυτά, που αποθησαυρίζουν νερό, είναι όλα τα είδη των γενών: αείζωον, ευαείζωον, κοτυληδών και μεσημβριάνθεμον. Επίσης τα φυτά που βρίσκονται κοντά σε παράλια όπως η κακίλη η παράλιος, σοδαία η θαμνώδης κ.ά.

* Ξηροφυτικά αγρωστώδη φυτά. Είναι τα φυτά εκείνα που διαθέτουν ανατομική κατασκευή τέτοια που ελαττώνει την εξάτμιση και αυξάνει τη στερεότητά τους. Λίγα φυτά αυτής της κατηγορίας βρίσκονται στην Ελλάδα: το λυγαίον το σπάρτο, ο αμπελόδεσμος ο ισχυρός, το βραχυπόδιο το κλαδώδες κ.ά.

Εποχές άνθισης των φυτών Γενικά τα φυτά της Ελλάδας παρουσιάζουν την εξής άνθιση: Ιανουάριος και Φεβρουάριος. Λίγα είναι τα φυτά που ανθίζουν αυτήν την εποχή, όπως η ανεμώνη η στεφανωτική, η κουμαριά, η ξυλοκερατέα, η αμυγδαλιά, το ίον το εύοσμον κ.ά.

Μάρτιος - Απρίλιος. Τους μήνες αυτούς ανθίζουν τα περισσότερα φυτά. Αυτά είναι ο ασφόδελος ο μικρόκαμπος, το κρόμμυο το νεαπολιτανικό, το άλυπο το φρυγανώδες, η δάφνη η ευγενής, το αιγόκλημα το κοινό, ροδακινέα η κοινή, νάρκισσος ο κυπελλοφόρος, ερείκη η δενδρώδης κ.ά.

Μάιος - Ιούνιος. Την περίοδο αυτή ανθίζουν η ελαία η ευρωπαϊκή, μύρτος ο κοινός, καστανέα η κοινή, γαλακτίτης ο γναφαλώδης, φιλύκη η μεσαία, χρυσάνθεμο το σιτόφιλλο κ.ά.

Ιούλιος - Αύγουστος. Κατά την εποχή αυτή λίγα φυτά ανθίζουν. Μερικά εξακολουθούν να είναι ανθισμένα από την προηγούμενη περίοδο. Έτσι ανθισμένα φυτά αυτούς τους μήνες είναι: καστανέα η κοινή, άκανθος η ακανθώδης, νήριον η ροδοδάφνη, αγαύη η αμερικανική, παγκράτιο το παράλιο κ.ά.

Σεπτέμβριος - Οκτώβριος. Την εποχή αυτή εμφανίζονται φυτά φθινοπωρινά, όπως ασπάραγος ο λευκός, κυκλάμινο το νεαπολιτανό, σκύλλα η εαρινή και σκύλλα η παράλιος κ.ά.

Νοέμβριος - Δεκέμβριος. Τους μήνες αυτούς ανθίζουν η κόμαρος η κοινή και η κληματίς η κιρρώδης.

Φυτά από ξένες χώρες

Πολλά είναι τα φυτά που μεταφέρθηκαν από ξένες χώρες στην Ελλάδα, στην οποία και εγκλιματίσθηκαν, όπως η ορτανσία, η ψευτοπασχαλιά, η γλυσίνη και η γλεδισχία, από την Κίνα.

* Από την Ιαπωνία ήρθαν η σοφόρα, η σπειραία, το λιγούστρο κ.ά.

* Από τη νότια Ασία ο ασκληπιός και ο λωτός.

* Από την Ινδία η κυπάρισσος η γλαύκη, ο φίκος κ.ά.

* Από τη βόρεια Αμερική, η τούγια, το κέστρο, η μαωνία, η ψευδοακακία κ.ά.

* Από τη νότια Αμερική η ψευδοπιπεριά, η λόϊζα, η βεγκόνια κ.ά.

* Από τη Μαλαισία το γιασεμί.

Φυτικές διαπλάσεις της ελληνικής χλωρίδας

Οι κυριότερες φυτικές διαπλάσεις της ελληνικής χλωρίδας είναι:

* Σκληρόφυλλη βλάστηση. Βρίσκεται σε όλες τις παραλιακές περιοχές. Οι ενώσεις σχίνου, ελιάς, ξυλοκερατιάς, κοκορεβιθιάς κυριαρχούν στην κατώτερη, ξηρότερη και θερμότερη ζώνη. Στη ζώνη αυτή βρίσκονται ακόμη και ενώσεις των φρυγάνων (ρείκια, θυμάρι, αφάνα, δενδρολίβανο, κουνούκλες κ.ά.). Στην ανώτερη ψυχρότερη και υγρότερη ζώνη επικρατούν οι ενώσεις αριάς, δάφνης, κουμαριάς, φιλυκιού και πουρναριού.

* Φυλλοβόλα πλατύφυλλα. Η βλάστηση αυτή απλώνεται σε όλη την Ελλάδα και σε υψόμετρο 200 - 1700 μ. Οι σπουδαιότερες ενώσεις είναι στην ανώτερη ζώνη της οξιάς και στην κατώτερη ζώνη της καστανιάς.

* Παραποτάμια δάση. Οι κυριότερες ενώσεις στα παραποτάμια δάση αποτελούνται από ιτιά, πλάτανο, λεύκη, φτελιά, λυγαριά, πικροδάφνη, μυρτιά κ.ά.

* Κωνοφόρα. Τα κυριότερα είδη των κωνοφόρων είναι το πεύκο και το έλατο, που σχηματίζουν εκτεταμένα δάση σε ολόκληρη την Ελλάδα. Μικρά δάση σχηματίζονται επίσης από το κυπαρίσσι στα Δωδεκάνησα, την Κρήτη και τη Σάμο, και από την ερυθροελάτη στη Ροδόπη. 5. Λιβάδια. Σχηματίζονται από διάφορα αγρωστώδη φυτά όπως είναι βρόμος, πόα, βρώμη, δακτυλίς, αλκεθέκουρος κ.ά. και από τα γένη τριφύλλι, βατράχιο, μηδική, λάθυρος, κάρδος, ασφόδελος, μολόχα κ.ά. Τα λιβάδια είναι δευτερογενείς φυτικές ενώσεις και δημιουργούνται σε μέρη, όπου δεν υπάρχουν δάση και θαμνώνες.

Καρποφόρα φυτά της Ελλάδας

Καρποφόρα φυτά που καλλιεργούνται στην Ελλάδα είναι το σιτάρι, το κριθάρι, η βρώμη, το ρύζι, το καλαμπόκι, ο καπνός, το κεχρί, το λινάρι, το σουσάμι, το κόκκινο πιπέρι, ο γλυκάνισος, η αραχίδα (αράπικο φυστίκι), η πατάτα, τα φασόλια, τα ρεβύθια, η φακή, τα κουκιά, τα λούπινα, το λαθούρι, ο αρακάς, η σόγια, ο βίκος, το τριφύλλι, τα κρεμμύδια, τα κοκκινογούλια κ.ά.

Από τα αρωματικά καλλιεργούνται τα φυτά μέντα, ριζάρι, κύμινο, κρόκος, κορίανδο, κ.ά. Από τα δενδρώδη φυτά καλλιεργούνται το κλήμα, η ροδακινιά, η συκιά, η ελιά, η κορομηλιά, η βερυκοκιά, η κερασιά, η δαμασκηνιά, η αχλαδιά, η καρυδιά, η ροδιά, η κυδωνιά, η αμυγδαλιά, η φυστικιά, η μουσμουλιά, η φουντουκιά, η μπανανιά, η καστανιά, το μαστιχόδενδρο, η ξυλοκερατιά, ο αβοκάντος κ.ά.

Επίσης στους κήπους καλλιεργούνται διάφορα είδη από λαχανικά, σαλατικά και αρτυματικά, όπως τα σκόρδα, τα κρεμμύδια, τα ρεπάνια, το σινάπι, το σέλινο, τα καρότα, τα καρπούζια, τα πεπόνια, τα κολοκύθια, τα αντίδια, το σπανάκι, τα αγγούρια κ.ά.

Στις πιο θερμές περιοχές της Ελλάδας καλλιεργούνται διάφορα εσπεριδοειδή, όπως είναι η πορτοκαλιά, η μανταρινιά, η νεραντζιά, η κιτριά, η φράπα, το περγαμόντο.

Τα δάση

Σ' όλη την έκταση της βιόσφαιρας ζουν διάφοροι, κατά περίπτωση, ζωντανοί οργανισμοί, μ' εξαίρεση ορισμένες μόνο περιοχές, όπου επικρατούν αντίξοες για τη ζωή συνθήκες (πολύ χαμηλή θερμοκρασία, έλλειψη υγρασίας, συσσώρευση τοξικών ουσιών κλπ.).

Από τις τρεις κατηγορίες των εμβίων όντων τα φυτά είναι τα σπουδαιότερα, γιατί συνθέτουν την οργανική ουσία (σε αυτή συμπεριλαμβάνεται και η τροφή των ζώων και των ανθρώπων) και εμπλουτίζουν την ατμόσφαιρα σε οξυγόνο, συστατικό απαραίτητο για τη ζωή.

Γενικά η φυτική βλάστηση είναι τριών κατηγοριών:

* φυτά χλόης,

* φυτά ποώδη ή θαμνώδη,

* φυτά ανώτερα ή δένδρα.

Τα φυτά χλόης είναι, κατά κανόνα, ετήσια και βλαστάνουν εκεί όπου οι συνθήκες είναι αντίξοες για την ανάπτυξη των ποωδών φυτών και των δέντρων. Τέτοιες περιοχές είναι εκείνες με μεγάλο υψόμετρο (αλπεικές και υπαλπεικές ζώνες των βουνών), περιοχές με πολύ χαμηλή θερμοκρασία (κατεψυγμένη ζώνη), ή ακόμη περιοχές με μεγάλη θερμοκρασία, αλλά περιορισμένη θερμοκρασία στο έδαφος και την ατμόσφαιρα (ερημικές εκτάσεις). Κατ' εξαίρεση τα φυτά της χλόης αναπτύσσονται και εκεί, όπου ο ανθρώπινος παράγοντας εμποδίζει σκόπιμα την ανάπτυξη των θάμνων και των δένδρων (καλλιεργημένες περιοχές, που έχουν εκχερσωθεί ή περιοχές που απογυμνώθηκαν με εμπρησμούς.

Σε λιγότερο αντίξοες συνθήκες βλαστάνουν τα ποώδη φυτά (στις υπαλπεικές ζώνες των βουνών, στα βραχώδη και φτωχά εδάφη, στις ξερικές περιοχές κλπ.).

Τέλος, σε περισσότερο γόνιμα εδάφη τα οποία όμως λόγω μεγάλης κλίσης δεν προσφέρονται για καλλιέργεια (άροση), βλαστάνουν τα ανώτερα φυτά. Στα τελευταία διακρίνονται με σαφήνεια η ρίζα, ο κορμός και οι κλώνοι.

Από τα πολλά είδη δέντρων εδώ μας ενδιαφέρουν τα δασικά (δρυς, οξιά, έλατο, πεύκο, κλπ.), τα οποία ζουν σε πληθυσμούς, έτσι ώστε να συγκροτούν δασικές διαμορφώσεις. Τα δένδρα ενός δάσους μπορούν να ανήκουν σ' ένα ή περισσότερα είδη. Στη δεύτερη περίπτωση επικρατεί ένα είδος, ώστε υπάρχουν δάση πεύκου, ελάτου, φιλύρας, οξιάς κλπ.

Άξιο ιδιαίτερης προσοχής είναι το γεγονός ότι τα δασικά φυτά που θα αναπτυχθούν σε μια περιοχή και θα συγκροτήσουν το δάσος καθορίζονται βασικά από το περιβάλλον. Είναι το περιβάλλον με την ευρεία έννοια της λέξης, το έδαφος (ενδιαφέρει η χημική και μηχανική του σύσταση, η υγρασία, η γονιμότητα κλπ.), το υψόμετρο, η θερμοκρασία, η υγρασία της ατμόσφαιρας, η γειτνίαση προς τη θάλασσα, η έκθεση στους πνέοντες ανέμους κλπ.

Τα δάση, οπουδήποτε και αν βρίσκονται, είναι χρήσιμα για την οικονομία της φύσης γενικά, για τους ανθρώπους που κατοικούν στην περιοχή τους και για το έθνος και την ανθρωπότητα γενικότερα.

Τα δάση που έχουν διαμορφωθεί χωρίς ανθρώπινη επέμβαση είναι τα παρθένα και απαντούν κυρίως στον ισημερινό (λέγονται και ζούγκλες). Αντίθετα, τα δάση που αναπτύσσονται και διατηρούνται κάτω από το συνεχή έλεγχο του ανθρώπου, υπηρετούν ένα ορισμένο σκοπό και λέγονται δάση οικονομικά, προστατευτικά, κυνηγετικά, εξωραϊστικά (πάρκα) κλπ.

Η σημασία των δασών για την οικονομία

Τα οικονομικά δάση προσπορίζουν οικονομικά οφέλη στον άνθρωπο, όπως είναι η ξυλεία (τεχνική, καύσιμη), οι ξυλάνθρακες (κάρβουνα), η άσβεστος (παράγεται με καύση της ασβεστόπετρας), οι καρποί των δασικών δέντρων (κυρίως βελανίδια), οι φλοιοί, που εκχυλίζονται και δίνουν δεψικές, φαρμακευτικές και αρωματικές ύλες, το ρετσίνι, που δίνει με κατεργασία το κολοφώνιο και το τερεβινθέλαιο (νέφτι) κλπ.

Τα προστατευτικά δάση είναι εκείνα που έχουν δημιουργηθεί πάνω από χωριά, πολιτείες ή πολύτιμες γαίες και έχουν σαν σκοπό την προστασία τους από τους χειμάρρους (κατεβασιές).

Κατά σειράν τα κυνηγετικά και εξωραϊστικά δάση ικανοποιούν ψυχικές και πνευματικές ανάγκες του σύγχρονου ανθρώπου. Στην τελευταία κατηγορία ανήκουν τα εθνικά πάρκα και εθνικοί δρυμοί (όπως είναι η Πάρνηθα, το φαράγγι της Σαμαριάς στην Κρήτη κ.ά.), που η σημασία τους για την πολυτάραχη σημερινή ζωή των μεγαλουπόλεων είναι μεγάλη.

Στα πάρκα και τους εθνικούς δρυμούς προστατεύεται και διατηρείται η εγχώρια, αλλά και ξένη χλωρίδα και πανίδα, τα ίδια δε αποτελούν χώρο επίσκεψης για τους κατοίκους, ιδίως των μεγαλουπόλεων. Στα δάση αυτά βρίσκει ο ταλαιπωρημένος, από τις προόδους του πολιτισμού και τα επιτεύγματα της σύγχρονης τεχνολογίας, άνθρωπος πραγματική ψυχική και σωματική ανακούφιση.

Τα εθνικά πάρκα και οι εθνικοί δρυμοί είναι μνημεία της φύσης και δεν ικανοποιούν μόνο υγιεινές, αισθητικές και ψυχικές ανάγκες των αστικών πληθυσμών, αλλά επιβοηθούν την ανάπτυξη του τουρισμού. Είναι μια μορφή προστασίας της φύσης και "η προστασία της φύσης ταυτίζεται με τη σωτηρία του ανθρώπου".

Ως προς τη σημασία του δάσους για την οικονομία της φύσης πρέπει να σημειωθεί ότι τα δάση με το φύλλωμά τους ανακόπτουν τη μηχανική ενέργεια των σταγόνων της βροχής και περιορίζουν την απορροή στο ελάχιστο. Έτσι το νερό της βροχής, αντί να τρέχει πάνω στο έδαφος με ταχύτητα, να παρασύρει το χώμα και τους βράχους προς τη θάλασσα, να σκεπάζει γόνιμες εκτάσεις, να δημιουργεί έλη κλπ., απορροφάται από το έδαφος και εμπλουτίζει τα υδατικά του αποθέματα. Γενικά στις δασοσκέπαστες περιοχές η απορροή των ατμοσφαιρικών χειμάρρων, η διάβρωση του εδάφους κλπ. περιορίζονται στο ελάχιστο, ενώ οι πηγές και τα υπόγεια νερά είναι άφθονα.

Τα δέντρα με το φύλλωμά τους κάνουν φωτοσύνθεση, δηλαδή δεσμεύουν το διοξείδιο του άνθρακα της ατμόσφαιρας και αποδεσμεύουν οξυγόνο. Έτσι, καθαρίζουν τον αέρα, τον οποίο φιλτράρουν, τον εμπλουτίζουν σε οξυγόνο και, πολλές φορές, τον απολυμαίνουν με αρωματικές ουσίες, που σχηματίζουν στο φύλλωμά τους.

Τα δάση συγκρατούν υγρασία και αποπνέουν υδρατμούς από τα στομάτια των φύλλων τους.

Έτσι επηρεάζουν και βελτιώνουν το κλίμα της περιοχής τους, εξασθενίζοντας το χειμώνα τη δριμύτητα και το καλοκαίρι τον καύσωνα. Μέσα στο δάσος υπάρχει διαφορά Θερμοκρασίας 2,5 βαθμών Κελσίου από ό,τι στο γυμνό τοπίο γύρω τους. Ακόμη τα δάση ανακόπτουν την ορμή του ανέμου και σαν ανεμοθραύστες προστατεύουν τις δασοσκέπαστες περιοχές.

Τα δασοσκέπαστα βουνά δεν απογυμνώνονται και δε χάνουν την παραγωγικότητά τους ούτε αυλακώνονται από τους αποκρουστικούς στην όψη χειμάρρους. Αντίθετα, οι πλαγιές τους γίνονται κάθε χρόνο πιο πλούσιες, επειδή εμπλουτίζονται με χούμο, που προέρχεται από το σάπισμα των φύλλων και των κλώνων.

Οι πηγές στις δασώδεις περιοχές είναι άφθονες και οι βροχοπτώσεις πολύ τακτικές. Όμορφες όμως και γόνιμες είναι και οι πεδιάδες στα ριζά των δασοσκέπαστων βουνών, επειδή τα δάση στα γύρω βουνά δεν επιτρέπουν το σχηματισμό χειμάρρων.

Και η σημασία του δάσους γίνεται πιο φανερή όταν επισκεφτεί κανείς δασοσκέπαστες περιοχές που έχουν πρόσφατα ερημωθεί από εμπρησμό ή εκχέρσωση. Εκεί η ισορροπία της φύσης έχει διαταραχτεί σε τέτοιο σημείο ώστε η απογοήτευση και η απελπισία να πνίγουν την ψυχή του επισκέπτη.

Δασικά δέντρα και δασικές ζώνες

Τα δασικά δέντρα που μπορούν να φυτρώσουν και να αναπτυχθούν σε μια περιοχή καθορίζονται βασικά από τις απαιτήσεις των κάθε λογής δασικών φυτών και τις εδαφοκλιματικές συνθήκες, που επικρατούν στην περιοχή. Οι κυριότεροι όμως καθοριστικοί παράγοντες για τα είδη των δασικών φυτών που θα αναπτυχθούν σε μια περιοχή και θα συγκροτήσουν δάσος είναι δύο:

* το γεωγραφικό πλάτος της περιοχής και

* το ύψος της από την επιφάνεια της θάλασσας.

Στην Ελλάδα δεν υπάρχει διαφορά ως προς το γεωγραφικό πλάτος, δηλαδή την απόσταση από τον ισημερινό, μεταξύ των διαφόρων περιοχών μας όταν ληφθεί υπ' όψη πως ολόκληρη η Ελλάδα περιλαμβάνεται σε μια λωρίδα γεωγραφικού πλάτους 5ο. Έτσι καθοριστικός παράγοντας για τα είδη των δασικών φυτών που θ' αναπτυχθούν σε μια περιοχή, είναι το υψόμετρό της από την επιφάνεια της θάλασσας (διαχωρισμός των δασών κατά την έννοια της κατακορύφου), με αποτέλεσμα να κάνουν την εμφάνισή τους τα δάση στις πλαγιές των βουνών μας κάτω από την αλπική ζώνη και ν' απλώνονται ως τα ριζά τους, σπανιότερα δε στους κάμπους ή κοντά στη θάλασσα.

Στις δασικές αυτές ζώνες τα δάση είναι πυκνά ή αραιά και τα δέντρα καχεκτικά ή θαλερά, ανάλογα με τη σύσταση του εδάφους και τις πολλές ή λίγες βροχοπτώσεις, κατά γενικό όμως κανόνα σε διαφορετικό υψόμετρο βλαστάνουν και διαφορετικά είδη δασικών δέντρων. Έτσι, κάτω από την αλπική και υποαλπική ζώνη βλαστάνουν τα κωνοφόρα (έλατος, μαύρο πεύκο), κατά σειρά με μικρότερο υψόμετρο φυτρώνουν τα φυλλοβόλα πλατύφυλλα (δρυς, οξιά), ακολουθεί το πεύκο το ρητινοφόρο και μετά από αυτό τα ρείκια, η κουμαριά, ο ασπάλαθος, η δάφνη, η ασφάκα κλπ. που σκεπάζουν τα φτωχά (ρεβένια) εδάφη ως τις ακρογιαλιές μας.

Στη Στερεά Ελλάδα και την Εύβοια απαντούν τα περισσότερα δάση ελάτων, θερμοβίων πεύκων και αειθαλών πλατυφύλλων, ενώ στη Μακεδονία τα περισσότερα δάση φυλλοβόλων πλατυφύλλων (δρυς, οξιά) και μαύρου πεύκου.

Η προστασία των δασών στην Ελλάδα άρχισε ουσιαστικά από τότε που η πατρίδα μας ανακηρύχτηκε ελεύθερο κράτος. Γενικά όμως θα μπορεί να λεχθεί ότι ποτέ στη χώρα μας, ακόμη και σήμερα, δεν κατανοήθηκε όσο έπρεπε η μεγάλη σημασία του δάσους. Απόδειξη αποτελούν οι εμπρησμοί των δασών, που εξακολουθούν να αφανίζουν τα λιγοστά δάση που απέμειναν.

Η Ελλάδα είναι φτωχή σε δάση, όπως άλλωστε και οι άλλες μεσογειακές χώρες Ιταλία και Ισπανία. Έτσι, από συνολική έκταση 127.774.280 στρέμματα τα δάση καταλαμβάνουν, 25.124.180, δηλαδή το 19,631%. Η δασική όμως παραγωγική επιφάνεια είναι ακόμη μικρότερη και μόλις φτάνει το 15,5% του συνόλου.

Οι δασικές εκτάσεις άλλων ευρωπαϊκών χωρών είναι πολύ μεγαλύτερες και φτάνουν το 74% του συνόλου στη Φινλανδία, το 57% στη Σουηδία, το 37% στην Αυστρία, στο 33% στην Τσεχοσλοβακία, το 30% στη γειτονική μας Γιουγκοσλαβία, το 27% στη Γερμανία, το 25% στη Νορβηγία, το 24% στη Γαλλία, το 22% στη Ρουμανία κλπ.

Αλλά και η ποιότητα των ελληνικών δασών είναι πολύ κατώτερη από την ποιότητα των δασών της Β. Ευρώπης, με ξυλώδες κεφάλαιο 6,5 κ.μ. κατά στρέμμα αντί των 15 κυβ. μέτρων ξυλείας των δασών άλλων χωρών.

Η "ξυλένδεια" των δασών μας είναι γενικό φαινόμενο, με εξαίρεση ίσως ελάχιστες δασικές εκτάσεις στα όρη της Πίνδου, όπου το ξυλώδες κεφάλαιο φτάνει τα 15 κ.μ. κατά στρέμμα.

Στην Ελλάδα η απρονοησία για τα δάση ήταν συνηθισμένο φαινόμενο, έτσι ώστε ποτέ η ανάπτυξη των τριών κλάδων, της γεωργίας, της κτηνοτροφίας και της δασοπονίας δεν ήταν παράλληλη. Αρκεί να σημειωθεί ότι μετά την απελευθέρωσή μας από τους Τούρκους τα δάση κάλυπταν το 49% της συνολικής έκτασης. Σύντομα όμως με εκχέρσωση, ληστρική υλοτόμηση, ασύδοτη βόσκηση και με εμπρησμούς η δασοσκέπαστη έκταση αποδεκατίστηκε.

Τα περισσότερα δάση βρίσκονται στη Θράκη (30% της εκτάσεώς της) κατά σειρά δε στη Στερεά Ελλάδα και Εύβοια, στην Ήπειρο, στη Μακεδονία, στη Θεσσαλία, στην Πελοπόννησο, στα νησιά του Αιγαίου και του Ιονίου πελάγους. Τα λιγότερα δάση υπάρχουν στην Κρήτη και καλύπτουν μονάχα το 3% της εκτάσεώς της, εξ αιτίας του ξηροθερμικού της κλίματος.

Η τεχνητή ξυλεία αυξάνεται προοδευτικά με βελτίωση των τεχνικών της υλοτόμησης και της κατεργασίας της στρογγυλής ξυλείας (των κορμών των δένδρων) στα εργοστάσια. Η εκμετάλλευση των δασών γίνεται από τις κρατικές υπηρεσίες, από δασικούς συνεταιρισμούς και από ιδιώτες δασοεπιχειρηματίες.

Εκτός όμως από την άμεση οικονομική ωφέλεια υπάρχουν και έμμεσες επιπτώσεις εξ αιτίας των δασών στη χώρα μας (προστατευτική, υγιεινή, αισθητική, τουριστική ωφέλεια κλπ.).

Η Ελλάδα εξάγει κάθε χρόνο στο εξωτερικό σημαντικές ποσότητες κολοφωνίου, τερεβινθελαίου, χαρουπιών, αρωματικών και φαρμακευτικών υλών κλπ., εισάγει όμως πολλά άλλα δασικά είδη ξυλείας και δασικών προϊόντων.

Εκτός από την ξυλεία εισάγεται από το εξωτερικό σχεδόν στο σύνολό της η κυτταρίνη που χρησιμοποιεί η χαρτοποιία μας και επίσης το μεγαλύτερο μέρος των ινοσανίδων και των μοριοσανίδων.

Η εκμετάλλευση των ελληνικών δασών, εκτός όλων των άλλων, προσφέρει εργασία σε πολλούς εργάτες των ορεινών περιοχών.

Οι δασικές βιομηχανίες είναι δύο κατηγοριών:

* κατεργασίας του ξύλου και

* κατεργασίας δευτερογενών προϊόντων (ρετσίνι, φλοιοί, βελανίδια κλπ.). Χρησιμοποιούν είτε την ελληνική ξυλεία είτε από χώρες του εξωτερικού.

Στην πρώτη ομάδα κατατάσσονται ανάλογα με τις ανάγκες τους:

* Οι βιομηχανίες που επεξεργάζονται στρογγυλό ξύλο (κιβωτιοξυλεία, καλούπια για μπετόν, επιπλοποιία, χωρικές κατασκευές κλπ.).

* Οι βιομηχανίες πριστού ξύλου και ξυλοπλακών (κουφώματα, παρκετοξυλεία, καλαπόδια, έπιπλα κ.τ.λ).

* Οι βιομηχανίες ξυλοπολτού (για χαρτί, χαρτόνι, χαρτοκιβώτια κλπ.).

* Βιομηχανίες μοριοσανίδων και ινοσανίδων.

Στη δεύτερη ομάδα κατατάσσονται:

* Βιομηχανίες κατεργασίας ρετσινιού για την παραγωγή κολοφωνίου και τερεβινθελαίου.

* Βιομηχανίες κατεργασίας βαλανιδιών, πευκοφλοιών κλπ. για την εκχύλιση δεψικών ουσιών. Οι ουσίες αυτές χρησιμοποιούνται από τα βυρσοδεψεία (ταμπάκικα) στη δέψη του δέρματος, δηλαδή στη μετατροπή της βύρσας σε δέρμα προκειμένου το τελευταίο να χρησιμοποιηθεί στη βιομηχανία υποδημάτων, τσαντών, γαντιών κλπ.

Φαρμακευτικά βότανα

Ο προϊστορικός άνθρωπος ερευνώντας τα φυτά για να εξασφαλίσει την τροφή του, ανακάλυψε σιγά-σιγά και τις θεραπευτικές ιδιότητες ορισμένων από αυτά. Όταν τα έτρωγε του έκαναν εντύπωση η πικράδα ή η γλυκύτητα, η μυρωδιά ή οποιαδήποτε ιδιάζουσα γεύση και υπέθετε ότι κάτι το μαγικό υπήρχε μέσα τους. Έτσι άρχισε να τα χρησιμοποιεί, για να θεραπεύει τις διάφορες αρρώστιες από τις οποίες υπέφερε.

Οι ιερείς της Αιγύπτου χρησιμοποίησαν τα φαρμακευτικά φυτά με καταπληκτική επιτυχία, όπως αναφέρουν πάπυροι που βρέθηκαν.

Αργότερα οι Έλληνες μελέτησαν με λεπτομέρεια τα βότανα, και το 400 π.Χ. γράφτηκε το πρώτο βιβλίο για τη χρήση τους.

Στις ανακαλύψεις του Ιπποκράτη, του Θεοφράστου, του Διοσκορίδη και του Γαληνού στηρίχτηκαν τα κλασικά έργα της φυσικής και ιατρικής.

Με την ανακάλυψη αργότερα της τυπογραφίας, τυπώθηκαν όλα τα κλασικά έργα των αρχαίων Ελλήνων, πλουτίζοντας έτσι τις γνώσεις που υπήρχαν κατά το Μεσαίωνα.

Ωστόσο, πολλοί βοτανοσυλλέκτες περιέβαλλαν με μυστήριο και μαγεία τα βότανα, δημιουργώντας έτσι με δόλο άγνοια και φόβο.

Από την εποχή της Αναγέννησης, άρχισε καινούρια έρευνα γύρω από τα βότανα, κατά κάποιον τρόπο επιστημονική. Γράφτηκαν νέες συνταγές και έγινε η εφαρμογή τους.

Την ίδια περίοδο οι αλχημιστές με τον δικό τους τρόπο πρόσφεραν και αυτοί πολλά, διότι εξέταζαν όλα τα λαϊκά στρώματα και αν δεν ανακάτωναν τις επιστημονικές τους γνώσεις με αστρολογικούς υπολογισμούς, σήμερα θα υπήρχε μεγαλύτερη πρόοδος στη φυτοθεραπευτική.

Στην εποχή μας η βοτανοθεραπευτική εφαρμόζεται ακόμη από ορισμένους έμπειρους και με βάση τα στοιχεία που δίνει η χημική ανάλυση των βοτάνων. Έτσι η Χημεία ανακάλυψε πολλά δραστικά στοιχεία, τα οποία χρησιμοποιεί η φαρμακοβιομηχανία. Γίνονται διάφοροι συνδυασμοί, ώστε στο ίδιο φάρμακο να υπάρχουν πολλά βότανα, συμπληρώνοντας το ένα το άλλο.

Η Ελλάδα έχει μεγάλη αφθονία από φαρμακευτικά φυτά και μάλιστα πολύτιμα και σπάνια, που οι ιδιότητές τους είναι απίστευτες.

Κατά τους ειδικούς τα φυτά αυτά ανέρχονται σε 4.000 περίπου είδη. Αυτά που φυτρώνουν μόνο στην Ελλάδα είναι 400 περίπου, από τα οποία εκμεταλλεύσιμα και με δυνατότητα εξαγωγής είναι περί τα 100.

Από αυτά τα κυριότερα είναι τα εξής: Αγγελική, Αγρόπυρο ή (αγριάδα), Αδίαντο ή πολυτρίχι, Αθανασία ή βάλσαμο, Αλθέα ή νερομολόχα, Ανεμώνη, Άνηθος, Πεντάνευρο, Αρτεμισία, Σπαράγγια, Βάτος, Βίσκον, Γέον ή Καρυοφίλλι, Γεράνι, Κίσσος, Γναφάλιο ή αμάραντος, Δάφνη ή βάγια, Ελελίσφακος ή Αλισφακιά ή φασκόμηλο, Ενυδροκάρδαμο ή κάρδαμο, Ηδύοσμος, Θύμβρα ή Θρούμπι, Θύμος ή Θυμάρι, Ίον ή μενεξές, Ιτέα, Κέδρος, Κιχώριο ή ραδίκι, Κνίδη ή Τσουκνίδα, Λαβαντούλα ή λεβάντα, Λίνον ή λινάρι, Λυκοπόδιο, Λυκίσκος, Μαλάχη ή μολόχα, Μάραθο, Χαμαίμηλο ή χαμομήλι, Μελίληντο ή νυχάκι, Μήκων ή παπαρούνα, Νεφρίδιο ή φτέρη, Σαλέπι, Ρίγανη, Μαντζουράνα, Δίκταμνος ή έρωντας, Μαϊντανός, Πιμπινέλη ή γλυκάνισο, Προύμη ή τσαπουρνιά, Φραγγοστάφυλο, Ροδή ή τριανταφυλλιά, Ρυτή ή απήγανος, Σαρόθαμνος ή σάρωμα, Σινάπι Ταράξακος ή Πικραλίδα, Φιλύρα ή Φλαμούρι, Φλώμος κλπ.


Η αρχική έκδοση του άρθρου αυτού βασίστηκε σε αντίστοιχο άρθρο της Live-Pedia.gr δημοσιευμένο με την GFDL.

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License

<@=@=@>


www.hellenica.de