Τανγκό


Το Τανγκό (τάνγκο στα ισπανικά, Tango) είναι είδος μουσικής και χορού αργεντίνικης προέλευσης. Η μουσική του τανγκό παραδοσιακά παίζεται από μια ορκέστα τίπικα (τυπική ορχήστρα), η οποία συχνά περιλαμβάνει βιολί, πιάνο, κιθάρα, φλάουτο, και κυρίως μπαντονεόν. Το τανγκό ταυτίζεται με τη μουσική της Αργεντινής και της Ουρουγουάης και είναι γνωστό σε πολλά μέρη του κόσμου.

Ιστορία και εξέλιξη

Προέλευση

Η πραγματική προέλευση της μουσικής του τανγκό είναι τόσο περίπλοκη όσο και το ίδιο το τανγκό. Οι Γάλλοι αποικιοκράτες στη Δομηνικανή Δημoκρατία γύρω στον 18ο αιώνα χρησιμοποιούσαν τους σκλάβους σα μουσικούς, ενώ εκείνοι χόρευαν "la contre dance", κάποιο γαλλικό είδος μουσικής από το οποίο προήλθε ο αντίστικτος ρυθμός του τανγκό. Οι ίδιοι σκλάβοι έπαιζαν μουσική και για δική τους ευχαρίστηση, ταξίδευαν και επηρεάστηκαν σημαντικά από την κουβανική μουσική και τη συγγενική -μουσικά- ισπανική θαρθουέλα.

Το πρώτο τανγκό που ηχογραφήθηκε ήταν του Άνχελ Βιγιόλδο (Angel Villoldo), ερμηνευμένο από τη Γαλλική Εθνική Φρουρά στο Παρίσι. Ο Βιγιόλδο δεν είχε άλλη επιλογή από το να ηχογραφήσει στο Παρίσι γιατί εκείνο τον καιρό στην Αργεντινή δεν υπήρχε στούντιο ηχογραφήσεων.

Τα πρώτα τανγκό παιζόντουσαν από μετανάστες στο Μπουένος Άιρες και το Μοντεβιδέο. Η πρώτη γενιά των ερμηνευτών τανγκό ονομάζονταν "Guardia Vieja" (η Παλιά Φρουρά). Μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα, αυτό το κράμα ευρωπαϊκής, αφρικανικής και μουσικής σαλονιoύ ακουγόταν σε όλο το μητροπολιτικό Μπουένος Άιρες. Πέρασε καιρός μέχρις ότου διεισδύσει σε πιο "καλούς κύκλους": στις αρχές του 20ού αιώνα ήταν η αγαπημένη μουσική τραμπούκων και μαφιόζων που επισκέπτονταν τους οίκους ανοχής, σε μια πόλη με περίπου 100.000 περισσότερους άντρες από γυναίκες (το 1914). Οι πολύπλοκοι χοροί που προήλθαν από αυτή την πλούσια μουσική αντικατοπτρίζουν τη συνήθεια των ανδρών να χορεύουν τανγκό σε ομαδες, εκδηλώνοντας τόσο τον ανδρισμό όσο και τη σεξουαλική επιθυμία τους, δημιουργώντας το ξεχωριστό μίγμα ευαισθησίας και επιθετικότητας του τανγκό.

Η μουσική παιζόταν με όργανα που μπορούσαν εύκολα να μεταφερθούν: τρίο φλάουτο-κιθάρα-βιολί, με το μπαντονεόν να φτάνει περί τα τέλη του 19ου αιώνα. Η διάδοση του μπαντονεόν οφειλόταν πρωτίστως στον Εδουάρδο Αρόλας, ενώ ο Βισέντε Γκρέκο καθιέρωσε το σεξτέτο για το τανγκό, αποτελούμενο από πιάνο, κοντραμπάσο, δύο βιολιά και δύο μπαντονεόν. Όπως πολλά άλλα είδη λαϊκής μουσικής, το τανγκό συνδέθηκε με τα χαμηλά κοινωνικά στρώματα και οι πιο εύποροι Αργεντίνοι προσπάθησαν να περιορίσουν την επίδρασή του. Παρά την περιφρόνηση, μερικοί το υποστήριξαν θερμά, όπως ο συγγραφέας Ρικάρδο Γκουιράλδες. Ο Γκουιράλδες έπαιξε ρόλο στη διεθνή απήχηση του τανγκό, το οποίο κατέκτησε τον κόσμο μέχρι το τέλος του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, και έγραψε το ποίημα "Tango" στο οποίο περιγράφει τη μουσική ως τον "παράφορο έρωτα ενός τύραννου, που με ζήλεια φρουρεί την κυριαρχία του, σε γυναίκες που έχουν παραδοθεί υποτακτικά, σαν υπάκουα ζώα".

Οι δεκαετίες του 1920 και του 1930 και ο Κάρλος Γκαρδέλ

Το τανγκό άρχισε γρήγορα να κερδίζει έδαφος στην Ευρώπη, ξεκινώντας από τη Γαλλία. Ο διάσημος σταρ Ροδόλφος Βαλεντίνο έγινε σύμβολο του σεξ που έφερε το τανγκό σε καινούργια ακροατήρια, κυρίως στις ΗΠΑ, με τις αισθησιακές απεικονίσεις του χορού στον κινηματογράφο. Κατά τη δεκαετία του '20 το τανγκό βγήκε από τους οίκους ανοχής και έγινε πιο αξιοσέβαστο ως μουσική και ως χορός. Αρχηγοί μπάντων όπως ο Ροβέρτο Φίρπο και ο Φρανσίσκο Κανάρο αντικατέστησαν το φλάουτο με κοντραμπάσο. Οι στίχοι εξακολουθούσαν να εκφράζουν τον αναμενόμενο ανδρισμό της τότε νοοτροπίας, ρίχνοντας το φταίξιμο στις γυναίκες για αναρίθμητα μαράζια, και οι κινήσεις του χορού εξακολουθούσαν να είναι σεξουαλικές και επιθετικές.

Ο Κάρλος Γκαρδέλ συνδέθηκε ιδιαίτερα με τη μετάβαση του τανγκό από μουσική του υποκόσμου σε απόλυτα αποδεκτό χορό της μεσαίας τάξης. Συνέβαλε στην ανάπτυξη του tango-canción τη δεκαετία του 1920 και έγινε ένας από τους δημοφιλέστερους μουσικούς του τανγκό όλων των εποχών. Ήταν επίσης πρόδρομος της Χρυσής Εποχής του τανγκό.

Τον θάνατο του Γκαρδέλ ακολούθησε ο διχασμός του τανγκό σε κινήματα. Κάποιοι που ήταν υπέρ της εξέλιξης, όπως ο Ανίβαλ Τρόιλο και ο Κάρλος ντι Σάρλι, ήρθαν σε σύγκρουση με άλλους που ήταν υπέρ της παράδοσης, όπως ο Ροδόλφο Μπιάτζι και ο Χουάν Ντ'Αριένσο.



Η Χρυσή Εποχή

Η "Χρυσή Εποχή" του τανγκό ήταν η περίοδος 1935-1952, η οποία συνέπεσε περίπου με την εποχή των μπιγκ-μπαντ στις ΗΠΑ.

Μερικές από τις πολλές δημοφιλείς οχρήστρες που είχαν επιρροή ήταν του Χουάν Ντ'Αριένσο, του Φρανσίσκο Κανάρο και του Ανίβαλ Τρόιλο. Ο Ντ'Αριένσο ήταν γνωστός ως ο "Rey del compás" ή "Βασιλιάς του ρυθμού" για τον επίμονο και σταθερό ρυθμό που παρουσιάζουν οι ηχογραφήσεις του. Το "El flete" είναι πολύ καλό παράδειγμα της προσέγγισης του Ντ'Αριένσο. Οι πρώτες μιλόνγκες του Κανάρο είναι κατά κανόνα οι πιο αργές και πιο εύκολες για να χορέψει κάποιος και για τον λόγο αυτό παίζονται συχνά· η "Milonga Sentimental" είναι κλασικό παράδειγμα.

Ξεκινώντας κατά τη Χρυσή Εποχή και συνεχίζοντας κατόπιν, οι ορχήστρες των Οσβάλντο Πουλιέζε και Κάρλος ντι Σάρλι έκαναν πολλές ηχογραφήσεις. Ο Ντι Σάρλι είχε πλούσιο και μεγαλοπρεπή ήχο, και τόνιζε τα έγχορδα, συμπεριλαμβανομένου του πιάνου, σε σχέση με το μπαντονεόν, όπως ακούγεται στο "A la gran muñeca" και στο "Bahía Blanca" (το όνομα της πόλης του).

Οι πρώτες ηχογραφήσεις του Πουλιέζε δεν διέφεραν και πολύ από τις άλλες ορχήστρες, αλλά ο ίδιος ανέπτυξε έναν περίπλοκο, πλούσιο και καμιά φορά μη αρμονικό ήχο, ο οποίος ακούγεται στα χαρακτηριστικά του κομμάτια "Gallo ciego", "Emancipación" και "La yumba". Η πιο κατοπινή μουσική του Πουλιέζε παιζόταν για ακροατήριο και όχι για χορό, παρόλο που χρησιμοποιείται συχνά για χορογραφία λόγω των δραματικών της δυνατοτήτων.

Tango nuevo

Κατά την ύστερη εποχή του τανγκό κυριάρχησε ο Άστορ Πιατσόλα, ο οποίος έγινε γνωστός μετά την κυκλοφορία του El día que me quieras του Κάρλος Γκαρδέλ. Στη δεκαετία του 1950 ο Πιατσόλα προσπάθησε συνειδητά να δημιουργήσει μία πιο ποπ εκδοχή του τανγκό και εισέπραξε την ειρωνία και κοροϊδία των οπάδων της παράδοσης και των παλιών ερμηνευτών. Στο Μπουένος Άιρες τη δεκαετία του '70 αναπτύχθηκε ένα κράμα από τζαζ και τανγκό, παράλληλα με ένα είδος τανγκό-ροκ. Ο Litto Nebbia και οι Siglo XX ήταν ιδιαίτερα δημοφιλείς εκπρόσωποι αυτού του κινήματος. Τα τελευταία χρόνια σημαντική ήταν η δουλειά του αργεντίνικου γκρουπ 020, τον οποίων το επικό άλμπουμ "End of Illusions" αναμιγνύει ποπ-ροκ βρετανικού στυλ με nuevo tango.

Η ούτως καλούμενη μετα-πιατσολική γενιά (1980-) περιλαμβάνει μουσικούς όπως ο Ντίνο Σαλούτσι, ο Ροδόλφο Μεδέρος, ο Ενρίκε Μαρτίν Εντένσα και ο Χουάν Μαρία Σολάρε. Ο Πιατσόλα και οι συνεχιστές του ανέπτυξαν το Nuevo Tango, το οποίο ενσωμάτωσε στοιχεία από τζαζ και από κλασική μουσική και δημιούργησε ένα πιο πειραματικό στυλ.

Νεο-τανγκό


Η εξέλιξη του τανγκό δεν έχει σταματήσει εδώ. Τα πιο κάτω παραδείγματα δεν θεωρούνται "Tango Nuevo" αφού συνήθως μια τέτοια ταξινόμηση γίνεται αφού ολοκληρωθεί κάτι και όχι ενώ είναι ακόμη στην εξέλιξή του. Αυτές οι πρόσφατες τάσεις μπορούν να περιγραφούν ως "ηλεκτρο-τανγκό" ή "κράμα τανγκό", όπου οι ηλεκτρονικές επιδράσεις μπορούν να είναι από ανεπαίσθητες έως κυρίαρχες.

Το γκρουπ Τανγκέτο (Tanghetto) και ο Κάρλος Λιμπεντίνσκι είναι καλά παραδείγματα περιορισμένης χρήσης ηλεκτρονικών στοιχείων. Η μουσική εξακολουθεί να έχει την αίσθηση του τανγκό, την περίπλοκη σχέση ρυθμού και μελωδίας που κάνει το τανγκό τόσο μοναδικό. Το Gotan Project, με βάση το Παρίσι, σχηματίστηκε το 1999 και αποτελείται από τους μουσικούς Φιλίπ Κοέν Σολάλ, Εδουάρδο Μακαρόφ και Κριστόφ Χ. Μίλερ. Το πρώτο τους άλμπουμ ήταν το Vuelvo al Sur/El capitalismo foráneo το 2000 και ακολούθησε το La Revancha del Tango (2001) και αργότερα το Inspiración-Espiración (2004). Ο ήχος τους περιλαμβάνει ηλεκτρονικά στοιχεία σε ατμόσφαιρα τανγκό. Οι χορευτές του τανγκό ανά τον κόσμο απολαμβάνουν να χορεύουν αυτή τη μουσική, αν και πολλοί παραδοσιακοί χορευτές τη θεωρούν οριστικό σπάσιμο της παράδοσης και του στυλ. Παρ' όλα αυτά, τα ρυθμικά στοιχεία της μουσικής του Gotan Project είναι πιο πολύπλοκα από ό,τι είναι σε κάποια άλλα "ηλεκτρο-τανγκό" τραγούδια που γράφτηκαν αργότερα. Το γκρουπ πρόσφατα τελειωσε το τελευταίο του άλμπουμ Lunático (Τρελός), σε συνεργασία με τους Αμερικανούς Καλέξικο (Calexico) και Ράι Κούντερ (Ry Cooder).

Το άλμπουμ Bajofondo Tango Club από το ομώνυμο γκρουπ και το Supervielle που ακολούθησε έχουν σαφώς περισσότερη ηλεκτρική αίσθηση από ό,τι το Gotan. Το μπιτ είναι πιο κανονικό και πιο κυρίαρχο. Οι ρυθμοί είναι λιγότερο περίπλοκοι — αλλά υπάρχει η αίσθηση του τανγκό. Άλλα παραδείγματα είναι τα άλμπουμ Tango?, Hybrid Tango, Tangophobia Vol. 1, Tango Crash (με σημαντική επίδραση της τζαζ), NuTango, Tango Fusion Club Vol. 1 (από το "Tango Fusion Club"), Felino από το [Νορβηγία|νορβηγικό] γκρουπ "Electrocutango", και Electronic Tango (διάφοροι καλλιτέχνες).

Ο Κέβιν Γιόχανσεν είναι άλλος ένας μουσικός του νέου τανγκό ο οποίος έχει γράψει πολλά τραγούδια που συνδυάζουν φολκλορική και ποπ μουσική με ρυθμό μιλόνγκας, με τρόπο που δεν αναγνωρίζεται παρά μόνο όταν το χορέψει κανείς.

Μουσικός αντίκτυπος

Το τανγκό έχει γίνει μέρος του ρεπερτορίου πολλών κλασικών μουσικών. Ένας από τους πρώτους ερμηνευτές που έκαναν αυτή την "υπέρβαση" ήταν ο βαρύτονος Χόρχε Τσαμινέ με την ηχογράφηση των Τάνγκος του. Έκτοτε, οι al Tango, Γιο-Γιο Μα, Μάρτα Άρχεριτς, Ντανιέλ Μπάρενμποϊμ, Γκίντον Κρέμερ, Πλάσιδο Ντομίνγκο και Μαρσέλο Αλβαρές έχουν ερμηνεύσει και ηχογραφήσει τανγκό.

Χορός

Ο χορός αναπτύχθηκε σε κακόφημες περιοχές του Μπουένος Άιρες και του Μοντεβιδέο και προήλθε από συνένωση Ευρωπαϊκών, Νοτιοαμερικανικών (Μιλόνγκα) και Αφρικανικών ρυθμών σε έναν ερωτικό και αισθησιακό ρυθμό. Προς το τέλος του 19ου αιώνα, ξεχώρισε από μια ποικιλία άλλων χορών και πέρασε από τις κακόφημες περιοχές σε όλα τα κοινωνικά στρώματα. Στις αρχές του 20ου αιώνα διαδόθηκε στην Ευρώπη και προς το τέλος του 1913 έφτασε στη Νέα Υόρκη των ΗΠΑ και έγινε μόδα.

Ο χορός είναι σχετικά αργός και χορεύεται από ζευγάρια. Στο αργεντίνικο στυλ, το ζευγάρι μπορεί να είναι αγκαλιασμένο είτε σφικτά είτε σε άλλα μέρη του χορού με κάποια απόσταση, ιδίως στο πάνω μέρος του σώματος.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License

<@=@=@>


www.hellenica.de