Περικλής Γιαννόπουλος
|
Περικλής
Γιαννόπουλος (1869-1910). Φωτογραφία, εφημ.
«Εμπρός», 13-4-1910 - περ. «Ελληνικά
Γράμματα», 1-2-1929, σελ. 177. Σκίτσο
βασισμένο στην φωτογραφία, Πέτρος
Ρούμπος, περ. «Ο καλλιτέχνης»,
Μάιος 1910, σελ. 33. Ο Περικλής Γιαννόπουλος (Πάτρα 1869 - Αθήνα 1910), λογοτέχνης, μεταφραστής και δοκιμιογράφος, υπήρξε ελληνολάτρης διανοητής. Ήταν γιος του Ιωάννη και της Ευδοκίας Θεοφράστου Χαιρέτης. Καταγόταν δηλαδή απο την αρχοντική κρητική, βυζαντινής καταγωγής, οικογένεια Χαιρέτη, της οποίας μέλη είχαν εγκασταθεί στην Πάτρα. Γι' αυτό φέρεται ότι επηρεάστηκε ιδιαίτερα από το έργο του θείου του Εμμανουήλ Χαιρέτη.13
Η ζωή και το έργο του O Περικλής Γιαννόπουλος γεννήθηκε στην Πάτρα το 1869 και αυτοκτόνησε στη θάλασσα του Σκαραμαγκά στις 8 Απριλίου 1910.
Παρακολούθησε μαθήματα ιατρικής για ένα χρόνο στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και άλλα δύο χρόνια στο Παρίσι. Μετά το θάνατο του πατέρα του, όμως, εγκατέλειψε τις σπουδές του και πήγε για οχτώ μήνες στον αδελφό του στο Λονδίνο, όπου μελέτησε αγγλική και γαλλική λογοτεχνία. Όταν επέστρεψε στην Αθήνα, γράφτηκε στη Νομική Σχολή. Άρχισε από το 1894 να δημοσιεύει μεταφράσεις ποιημάτων των Ντίκενς, Πόε, Λοτί, Ουάιλντ, Μποντλέρ, Μιρμπό, Τελιέ, καθώς και δικά του "πεζά ποιήματα". Από το 1899 αρθρογραφεί στις εφημερίδες Ακρόπολις, Το Αστυ, Εστία κ.ά. και στα περιοδικά Κριτική, Παναθήναια, Ο Νουμάς κ.ά., χρησιμοποιώντας ψευδώνυμα όπως Λωτός, Απολλώνιος, Νεοέλλην, Μαίανδρος, Θ. Θάνατος. Με εντελώς προσωπικό ύφος και γλώσσα, και ασυγκράτητο πάθος, εκφράζει τις ελληνοκεντρικές του ιδέες και καταγγέλλει τα κατ' αυτόν αίτια της ελληνικής κακοδαιμονίας - προπαντός την ξενομανία, τον "φραγκοραγιαδισμό" όπως τόν ονόμασε ο ίδιος. Το 1906 εκδίδει ως αυτόνομο βιβλίο το "Νέον Πνεύμα", και το 1907 την εκτενέστερη "Έκκλησι προς το Πανελλήνιον Κοινόν" - τα ιδεολογικά του μανιφέστα. Οι "περικλογιαννοπούλειες" ιδέες, σε σύγκρουση με κάθε κατεστημένο, προκαλούν αντιδράσεις στην Αθήνα της εποχής. Από άλλους θεωρείται απλώς ρομαντικός και ωραίος τρελός, από άλλους υβριστής, άλλοι όμως αναγνωρίζουν από την πρώτη στιγμή την πρωτοτυπία του και εμπνέονται από αυτόν. (Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, ο 'Αριστος Καμπάνης, ο Παύλος Νιρβάνας, ο Σπύρος Μελάς δημοσιεύουν πολύ εγκωμιαστικές κριτικές. Ο Ίων Δραγούμης γίνεται αδελφικός του φίλος, και μάχεται μετά τον θάνατο του Γιαννόπουλου να κάνει το όραμα του φίλου του πολιτική πράξη6. Ο Άγγελος Σικελιανός θα ακολουθήσει δική του, πρωτότυπη ελληνοκεντρική πορεία, θα υμνήσει όμως και αυτός τον Γιαννόπουλο και βεβαίως δεν θα μείνει ανεπηρέαστος από αυτόν.7)
Αν και ευτύχησε όμως ο Γιαννόπουλος να είναι πολύ γνωστός και να έχει αφοσιωμένους φίλους στον πνευματικό κόσμο των Αθηνών (τόσο για το πρωτότυπο, ελληνοκεντρικό, παθιασμένο πνεύμα του, αλλά επίσης και για τον "μποέμικο" και άκρως φιλελεύθερο για τα συντηρητικά ήθη της εποχής τρόπο ζωής του - κατά τις μαρτυρίες μάλιστα υπήρξε και ωραιότατος άνδρας12), εν τούτοις δεν ευτύχησε να έχει την ευρύτερη αποδοχή που ποθούσε ως συγγραφέας, πόσο μάλλον να αναμορφώσει κατά το όραμά του την ελληνική κοινωνία.
Δεν ήθελε, αυτός ο λάτρης του ωραίου, να γεράσει (όπως υπέθεσε ο Ίων Δραγούμης); Ένιωσε ότι έφθανε στην εξάντληση της καλλιτεχνικής του δημιουργίας; Ότι δεν είχε άλλο τίποτε πια να προσφέρει πια, ούτε μπορούσε να αναμορφώσει την ελληνική κοινωνία; Απογοήτευση από την μη ευόδωση με γάμο της ερωτικής σχέσης του με την Σοφία Λασκαρίδου, ζωγράφο και χειραφετημένη γυναίκα της εποχής; Ρομαντικός και "ερασιθάνατος" (η λέξη του Ιωάννη Συκουτρή, του επίσης μεγάλου ελληνολάτρη αυτόχειρα); Όλα αυτά μαζί, σημειώνει ο ψυχίατρος και λογοτέχνης Πέτρος Χαρτοκόλλης.
Στις 8 Απριλίου 1910, ο Περικλής Γιαννόπουλος δημιούργησε και εκτέλεσε το τελευταίο έργο του - κατά πολλούς το αποκορύφωμα του έργου του. Όπως είχε προσχεδιάσει με κάθε λεπτομέρεια πολύ καιρό πριν9, στεφανωμένος, καβάλησε το άσπρο άλογό του και μπήκε μαζί του στην θάλασσα του Σκαραμαγκά. Με μία σφαίρα στο κεφάλι, ενώθηκε για πάντα με την ελληνική φύση που τόσο είχε αγαπήσει. Προηγουμένως είχε κάψει πολλά ανέκδοτα έργα του (κατά μαρτυρίες μια εργασία περί της αρχιτεκτονικής, καθώς και διηγήματα φαντασίας), σημειώνοντας ότι αφού η Ελληνική Φύση τα ενέπνευσε στον ίδιο, θα τα ενέπνεε και σε άλλους στο μέλλον. Το νεκρό σώμα του το έβγαλαν τα κύματα στην στεριά δέκα μέρες μετά. Πριν ταφεί, δύο άγνωστες κυρίες, σαν νύμφες της Αττικής γης, στόλισαν τον νεκρό με λουλούδια (πιθανότατα η Σοφία Λασκαρίδου).
Ο θάνατος, ο τρόπος μάλιστα του θανάτου του Περικλή Γιαννόπουλου συγκλόνισε την κοινωνία και τον τύπο της εποχής, τόσο που δεν είχε γίνει για τα έργα του όσο ζούσε. Για πολλές ημέρες δημοσιεύονταν λεπτομέρειες για τον τρόπο του θανάτου του, ενώ ποιητές όπως ο Παλαμάς, ο Σικελιανός, ο Μαλακάσης και η Μυρτιώτισσα του αφιέρωσαν ποιήματα.9
Έγραψαν για τον Περικλή Γιαννόπουλο Χαρακτηρίστηκε από τους ομόδοξούς του πατέρας του πνευματικού κινήματος του ελληνοκεντρισμού 5 και του ελληνικού εθνικισμού, «ο εξοχώτερος των νέων Ελλήνων» 1, «ο μεγαλείτερος, ο ευγλωττότερος και ο φωτεινότερος απόστολος του κατά φύσιν ελληνικού ζην» 2, «άγιος της ελληνικής νεολαίας» 3, «αηδόνι της ελληνικής γης» 3, «μάγος της ελληνικής γλώσσας» 3, ή ακόμη, απλά και πάνω απ' όλα, «ο Έλλην» 4. Και ακόμη, αισθητικός της ελληνικότητας, σουρεαλιστής πριν τον σουρεαλισμό5, οικολόγος πριν το οικολογικό κίνημα 5, αρχαιολάτρης αλλά και Ορθόδοξος και Βυζαντινός μαζί3, «ξανθός ιππότης»12, μποέμ, χίππης και δανδής μαζί 3, αναρχικός και σαμουράι3 , ρομαντικός, ιδιόρρυθμος, δριμύς κατήγορος της κοινωνίας της εποχής του 5.
Ο Ίων Δραγούμης έγραψε για τον Γιαννόπουλο: «...μου φάνηκε σαν τον βοριά τον παγωμένο που μανιασμένος σαρώνει τους βρώμιους από μικρόβια αέρηδες και από κάθε βρώμα ή σκουπίδι καθαρίζει τον κόσμο... Σ' αυτού τον ρυθμό τη ζωή μου τονίζω.» 6 Ποιητές και καλλιτέχνες τον ύμνησαν (Κωστής Παλαμάς («ο Αντίνοος έφηβος, ο πιο λαμπρός που ζούσε»), Άγγελος Σικελιανός («Κι έφερε η φήμη ... μοναχό κριτή τον Ήλιο»), Μιλτιάδης Μαλακάσης («σ' ευλάβεια μνήμης, ω Απολλώνιε ζήσε, Νέος μαζί κι Αρχαίος»), Μυρτιώτισσα («Ευγενικέ μας φίλε...»)) και εμπνεύστηκαν από αυτόν 10 (Γιώργος Σεφέρης, Οδυσσέας Ελύτης και ολόκληρη η Γενιά του '30, Δημήτρης Πικιώνης, Άρης Κωνσταντινίδης, Γιάννης Τσαρούχης, Κώστας Φέρρης, Λίνος Καρζής, Γ. Κατσίμπαλης, Αγγελική Χατζημιχάλη8 κ.ά.)
Εργογραφία
<===---+---===>
Βιβλιογραφία
Δικτυακοί τόποι Περικλῆς Γιαννόπουλος - Ἡ ἑλληνικὴ γραμμὴ καὶ τὸ ἑλληνικὸ χρῶμα (ἀποσπάσµατα) Επαμεινώνδας Παντελεμίδης, «Περικλής Γιαννόπουλος, ο Έλλην», «Τετρακτύς Αείγνητος»
Παραπομπές-σημειώσεις 1: Βλάσσης Γαβριηλίδης 2: Γρηγόριος Ξενόπουλος 3: Δημήτρης Κιτσίκης, «Ο άγιος της ελληνικής νεολαίας Περικλής Γιαννόπουλος», περ. «Τρίτο Μάτι», τ. 107, Νοέμ. 2002 4: Επαμεινώνδας Παντελεμίδης, «Περικλής Γιαννόπουλος, ο Έλλην», «Τετρακτύς Αείγνητος» 5: Μ. Μελετόπουλος, «Περικλής Γιαννόπουλος: Βίος, έργο και αυτοκτονία», περ. «Νέα Κοινωνιολογία», τ. 39, Φθινόπωρο 2004, ISSN 1105-8099, σελ. 137-178: "Αποτίμηση", σελ. 176 6: "Σ' αυτού τον ρυθμό τη ζωή μου τονίζω", γράφει για τον Γιαννόπουλο ο αδελφικός του φίλος Ίων Δραγούμης. Κατά τον Π. Ταγκόπουλο, "ο Ίων ολόκληρος θαρρείς κι έχει αναπηδήσει από τα κηρύγματα του Γιαννόπουλου, σα νά 'ναι το δεύτερο εγώ του, πιο φίνο και λαμπικαρισμένο". (Ελλ. Γράμματα, 1-2-1929 και 1938. Στέφανος Μπεκατώρος, «Ίων Δραγούμης - Το ανθολόγιο του Νουμά. Επίμετρο: Εννέα επιστολές του Περικλή Γιαννόπουλου στον Ίωνα Δραγούμη», Εναλλακτικές Εκδόσεις, σελ. 209) 7: Κατά τον Α. Καραντώνη, "Ο Ίων Δραγούμης και ο Άγγελος Σικελιανός, μορφοποιήσαν τη συνείδηση του ελλαδισμού τους μέσα στην ατμόσφαιρα και το προφητικό θάμπος που σκορπούσε ο Γιαννόπουλος ζώντας και δημιουργώντας." (Ελλ. Γράμματα, 1-2-1929 και 1938. Μπεκατώρος, ο.π. σελ. 209) Ο Σικελιανός μελετά τον Γιαννόπουλο και διατυπώνει τις συμφωνίες και τις διαφωνίες του σε σχετικό κείμενό του το 1919. (Μπεκατώρος, ο.π. σελ. 211) 8: Μπεκατώρος, ο.π. σελ. 209 9: Πέτρος Χαρτοκόλλης, «Ιδανικοί αυτόχειρες - Έλληνες λογοτέχνες που αυτοκτόνησαν», Εστία, 2003, ISBN 960-05-1101-2, σελ. 51-56 10: Για την επίδραση του Περικλή Γιαννόπουλου στο έργο των αρχιτεκτόνων Δ. Πικιώνη και Άρη Κωνσταντινίδη, και των ποιητών Γ. Σεφέρη και Οδυσσέα Ελύτη βλ. π.χ. Μπεκατώρος ο.π. σελ. 212-217. Χαρακτηριστικά ο Ελύτης γράφει για τον Γιαννόπουλο και τον Δραγούμη: "Η γονιμοποιός δύναμη του αιώνιου και υγιούς μέρους των απόψεών τους ... το μήνυμά τους το βαθύτερο με άγγιζε και τότε... Ε λοιπόν κι εγώ θα το εξομολογηθώ με μιαν ειλικρίνεια που δεν αξίζει να την ειρωνευτεί κανείς: ένιωθα ένας αριστοκράτης που είχε -ο μόνος που είχε- το προνόμιο να λέει τον ουρανό "ουρανό" και την θάλασσα "θάλασσα", άκριβώς όπως η Σαπφώ, ακριβώς όπως ο Ρωμανός, εδώ και χιλιάδες χρόνια, και μόνον έτσι να βλέπω αλήθεια το γαλάζιο του αιθέρος ή ν' ακούω το ρόχθο του πελάγους... Καμιά υπερβολή δεν είχε πει, από την άποψη αυτή ο Περικλής Γιαννόπουλος." 11: Ο Γ. Σεφέρης ("Δοκιμές", τ. Β', Ίκαρος, 1974, σελ. 54-55. Πέτρος Χαρτοκόλλης, ο.π., σελ. 36), αφού διατυπώσει την άποψή του για την "ταύτιση ανθρωπιάς και ελληνικής φύσης", θα σημειώσει ειρωνικά: "Βλέπω τα παιδιά έτοιμα να ξαναπιάσουν την πρόγκα: "Ο τυμβωρύχος του Γιαννόπουλου!" Τι να γίνει, πιστεύω πως υπάρχει μια λειτουργία ενανθρωπισμού στο ελληνικό φως." 12: Ο Παύλος Νιρβάνας χαρακτηρίζει τον Γιαννόπουλο "ξανθόν ιππότη" και θυμάται με θαυμασμό τον τρόπο με τον οποίο μιλούσε εκείνος: " Ο Γιαννόπουλος μπορούσε να μιλή ώρες ολόκληρες, χωρίς να ξέρεις στο τέλος τι σου είπε. Είχα όμως την αίσθηση πάντοτε μιας γοητείας, που δεν μπορούσες να καταλάβης αν ήτανε από τα λόγια που άκουσες, απ' τη μελωδία της φωνής του ή από κάποια άλλη μυστική ενέργεια, που ακτινοβολούσε ο εσωτερικός παλμός του λόγου του." Ο δε θεατρικός συγγραφέας και χρονογράφος Σπύρος Μελάς αναφέρει ότι «ο Γιαννόπουλος ήταν ένας ωραιότατος νέος, λεβέντης κυπαρισσόκορμος, αλαβάστρινος, με θαυμάσια σαγηνευτικά, γαλανά μάτια, ένας αρχαίος Έλληνας με περιβολή δανδή, δικής του συνθέσεως, ζακέττα γκρι-περλ, χιονάτο πλαστρόν, που διετηρείτο πάντοτε άσπιλο και, αντί άνθους, ένα... γαϊδουράγκαθο στην κομβιοδόχη. Ήταν μια εμφάνιση άφθαστα κομψή, φυσικά εντυπωσιακή και παρ' όλη την ιδιορρυθμία της αντρίκια κι' επιβλητική." (Χαρτοκόλλης, ο.π. σελ 57) 13: Δημήτρης Λαζογιώργος-Ελληνικός, «Μανουήλ Θ. Χαιρέτης: Ο άγνωστος προφήτης του Ελληνισμού», Πελασγός, 1998, σελ. 59-67
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License |
||
|
|