Βάσω Κατράκη
|
Η Βάσω Κατράκη γεννήθηκε στο Αιτωλικό το 1914, σπούδασε στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών από το 1936 έως το 1940 ζωγραφική με καθηγητή τον Κωνσταντίνο Παρθένη και χαρακτική κοντά στον Γιάννη Κεφαλληνό. Αποτελεί μια ξεχωριστή περίπτωση στο χώρο της ελληνικής χαρακτικής. Το έργο της συνολικά δεν εκφράζει μόνο την αισθητική τελειότητα της μαστοριάς ενός χαράκτη, που διαρκώς ανιχνεύει το υλικό του για να εκφραστεί πληρέστερα. Σε κάθε χάραξή της βρίσκεται ένα πνευματικό πάθος απ' όπου πηγάζει και κάθε ανθρώπινο μήνυμά της. Στην τεχνική της συνδυάζονται η προσήλωση στην πραγματικότητα με την έμφαση στα εξπρεσιονιστικά στοιχεία.
Η καταγωγή της ήταν από το Αιτωλικό, γεγονός που σημάδεψε ανεξίτηλα τη ζωή και το πλούσιο καλλιτεχνικό έργο της. Η λιμνοθάλασσα, οι άνθρωποι του μόχθου και της επαρχιακής Ελλάδας, διαπερνούν τις δημιουργίες της καλλιτέχνιδας. Η Βάσω Κατράκη ως χαράκτρια δούλεψε σε μεγάλο βαθμό το υλικό του ψαμμίτη. Ένα υλικό που λίγοι χαράκτες είχαν δουλέψει, και μέσω του οποίου συχνά η τέχνη της χαρακτικής συμπορεύονταν αρμονικά με την τέχνη της γλυπτικής.
Μαθητής και άξιος συνεχιστής της Βάσως Κατράκη υπήρξε ο γνωστός και επίσης πολυβραβευμένος χαράκτης, Απόστολος Κούστας, με καταγωγή από την Ιερή Πόλη του Μεσολογγίου.
ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑ Γεννήθηκα στο Αιτωλικό του Μεσολογγίου.
Το Αιτωλικό είναι ένα μικρό νησάκι, που το συνδέουνε με τη στεριά δυο μακρυά πέτρινα γεφύρια με πολλές μικρές τοξοτές καμάρες. Το σπίτι μας ήτανε σχεδόν όλο μέσα στη θάλασσα και στη γειτονιά καθότανε όλο ψαράδες. ‘Ενα ξυπόλυτο μελισσολόι τριγύριζε ολοήμερα, με τις γυναίκες τους συνέχεια γκαστρωμένες και τα παιδιά, μπακανιασμένα από την ελονοσία.
Ο πατέρας μου λεγότανε Γιώργης Λεονάρδος κι ήτανε κτηματίας• μα περισσότερο τραγουδούσε κι έψελνε στην εκκλησία με μια σπάνια ωραία, ζεστή φωνή. Όταν τραγουδούσε μαζευόντανε κόσμος και κοσμάκης σπίτι μας για να τον ακούσει. Η μανούλα μου ύφαινε ολοκέντητα λεπτά μεταξωτά και μπαμπακερά και πολύχρωμα μάλλινα κιλίμια. Είχε πάρει κι ένα χρυσό βραβείο σε μια Διεθνή Έκθεση στο Παρίσι.
Τα δυο μου αδέρφια, ήτανε μεγαλύτερα από μας τα κορίτσια. Ο μεγάλος, φοιτητής τότε της φιλολογίας μας έφερνε από την Αθήνα ένα μαγικό για μας κόσμο. Παληά βιβλία με χρωματιστές χαλκογραφίες και ξυλογραφίες, χρωματιστές εικόνες και χαλκομανίες, μπογιές και πινέλα και δεν άφηνε παλιατζίδικο της Αθήνα αγύριστο. Ο μικρότερος, ό,τι έβλεπε το μάτι του τόκαναν τα χέρια του• και μαζί με όλα, ζωγραφίζανε κιόλας και οι δυό τους.
Γύρω-γύρω από τη μικρή μας θάλασσα ήτανε η έξοχή, γεμάτη ελιές, χωράφια καρπερά, μποστάνια, καπνοτόπια, σιτηρά. Μια ζωή στη στεργιά και στη θάλασσα, γεμάτη ιδρώτα και μόχθο.
Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον μεγάλωσα. Διάβαζα βιβλία και βιβλία πούχε ο αδερφός μου κι οι φίλοι μας. Μ’ άρεσε πολύ το διάβασμα και πιο πολύ ή ποίηση. Κοντά στ’ αδέρφια μου ζωγράφιζα κι εγώ.
Κρυφά, ονειρευόμουνα να γίνω ζωγράφος, μα μου φαινόντανε τόσο απίστευτα μεγάλο που δεν μπορούσε λογικά να χωρέσει στο μυαλό μου. Ό,τι έβλεπα, έλεγα:
— Εγώ αυτό μπορώ να το κάνω.
Και πολλές φορές έβαζα τον εαυτό μου σε δοκιμασία.
Δεν ήξερα ακόμα ότι, άλλο πράμα είναι η Τέχνη.
Και μια μέρα, σφηνώθηκε ξαφνικά στο μυαλό μου ένα ερώτημα. Κι’ αν γίνω ζωγράφος;
Πώς έγινε έτσι άξαφνα αυτό, δεν το κατάλαβα. Χίλιες καμπάνες χτυπήσανε μέσα μου, κι έχασα τον κόσμο. Από τότε, δεν είχα τίποτε άλλο στο μυαλό μου νύχτα και μέρα.
Μα, χίλιες δυο αναποδιές ξεφυτρώσανε, και ξαφνικά, ο πατέρας μου αρρώστησε βαριά• κι έπεσε πολύ πίκρα και θλίψη στο σπίτι μας, πού κράτησε εφτά ολόκληρα χρόνια.
Και κάποια μέρα, αφού πέθανε ο πατέρας μου, ξεκίνησα για την Αθήνα μην ξέροντας ακριβώς τι θα κάνω. Πήγα στη Σχολή Καλών Τεχνών, κι έμαθα πώς σε λίγες μέρες θ’ αρχίζανε οι εξετάσεις. Αμέσως έτρεξα και γράφτηκα στη Σχολή. Έδωσα εξετάσεις.
Στη Σχολή Καλών Τεχνών είχα Καθηγητές τον Παρθένη στη Ζωγραφική και τον Κεφαλληνό στη Χαρακτική. Πήρα το Δίπλωμα της Σχολής το 1940 με μια τρίμηνη υποτροφία στη Ζωγραφική για τα νησιά και ένα βραβείο και δυό επαίνους στη Χαρακτική. Μετά αμέσως πόλεμος, κατοχή, πείνα, αντίσταση, και μετά πάλι εμφύλιος πόλεμος, πάλι σκοτωμοί άδικοι κι ακατονόμαστοι, εξορίες, φυλακές, όλα τα δεινά της Πατρίδας περάσανε από της δικής μου γενιάς τις πλάτες.
Έκανα πολλά ταξίδια σε πολλές Ευρωπαϊκές πόλεις, είδα πολλά Μουσεία και Πινακοθήκες.
Το 1955 έκαμα την πρώτη μου έκθεση.
«MΟYΣEIΟ BAΣΩΣ KATPAKH» ΣTΟ AITΩΛIKΟ Είκοσι χρόνια μετά τον θάνατο της χαράκτριας Βάσως Κατράκη, εγκαινιάζεται στο Αιτωλικό το «Μουσείο Βάσως Κατράκη» που στεγάζει όλο το έργο της.
Κορυφαία χαράκτρια, η «δωρική» Βάσω Κατράκη δώρισε στην ιδιαίτερη πατρίδα της, το Νησάκι του Αιτωλικού - δίπλα στο Μεσολόγγι - ολόκληρο το έργο της. Λίγα ζωγραφικά έργα, τις μεγάλες λίθινες πλάκες όπου χάραζε με τα εργαλεία ενός γλύπτη αδρές ανεξίτηλες μορφές μυθολογικών και σύγχρονων ηρώων, απλών ανθρώπων σε άσπρο - μαύρο, έξοχες έγχρωμες ξυλογραφίες, σχέδια και ζωγραφιστές πέτρες από τις εποχές που πέρασε στην εξορία, τα Γιούρα και τον Άϊ- Στράτη. Κι ακόμα τα πρώιμα χαρακτικά που έκανε στην Κατοχή, εμπνευσμένα από τον αγώνα και τα πάθη του λαού.
Ο Δήμος Αιτωλικού παραχώρησε το οικόπεδο για την ανέγερση του Μουσείου, που κτίστηκε με κρατικά και κοινοτικά κονδύλια. Ο ιστορικός της Τέχνης Κώστας Σταυρόπουλος επιμελήθηκε την έκθεση που διαρθρώνεται σε πέντε ενότητες και περιλαμβάνει και τα εργαλεία της δουλειάς της, ενώ στο ίδιο κτίριο θα στεγάζεται και το Εικαστικό Κέντρο Χαρακτικής.
Μουσείο Βάσως
Κατράκη Εικαστικό Κέντρο Χαρακτικής Κορυσχάδων 1 Αιτωλικό
ΕΚΘΕΣΕΙΣ
<===---+---===>
Ατομικές εκθέσεις
Κατά χρονικά διαστήματα σε πολλές επαρχιακές Ελληνικές πόλεις.
Συμμετοχή σε εκθέσεις
ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ Αυτό το πλούσιο έργο με τις χαρακτηριστικές λιγνές μορφές που παραπέμπουν στα κυκλαδικά ειδώλια τής χάρισε σημαντικές διεθνείς διακρίσεις.
ΚΡΙΤΙΚΕΣ Παπαστάμου Δημήτρης, Μαρίνα Λαμπράκη - Πλάκα Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License |
<@=@=@> |
|
|
|