Γιούλιους Στράιχερ
|
Γιούλιους Στράιχερ (*) Ο Γιούλιους Στράιχερ (γερμ. Julius Streicher, 1885 - 1946) υπήρξε σημαντικό στέλεχος των Ναζί και εκδότης μιας από τις μεγαλύτερες προπαγανδιστικές εφημερίδες του Γ' Ράιχ, με τον τίτλο Der Stürmer. Υπηρξε, επίσης, εκδότης αντισημιτικών έργων, τα οποία αποτέλεσαν και αυτά όργανα προπαγάνδας. Για όλες αυτές τις δραστηριότητές του συνελήφθη μετά από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, δικάστηκε και καταδικάστηκε σε θάνατο για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.
Ο Στράιχερ γεννήθηκε στο Φλαϊνχάουζεν (Fleinhausen) της Βαυαρίας στις 22 Φεβρουαρίου 1885[1], ένα από τα εννέα παιδιά του διευθυντή του τοπικού σχολείου Φρίντριχ Στράιχερ (Friedrich Streicher) και της συζύγου του Άννας (Anna, πατρικό Weiss). Ολοκληρώνοντας τις σπουδές του άρχισε να εργάζεται ως δάσκαλος σε δημοτικό σχολείο και το 1909 έγινε μέλος στο Γερμανικό Δημοκρατικό κόμμα. Το 1913 νυμφεύτηκε στη Νυρεμβέργη την Κουνιγκούντε Ροτ (Kunigunde Roth), κόρη αρτοποιού, με την οποία απέκτησαν δύο γιους, τον Λόταρ (1915) και τον Έλμαρ (1918). Το 1914 ο Στράιχερ κατατάχτηκε στο Γερμανικό στρατό και έλαβε μέρος στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, φθάνοντας, το 1918, οπότε και υπεγράφη ανακωχή, το βαθμό του υπολοχαγού και κερδίζοντας το Σιδηρό σταυρό. Ανάμιξη στην πολιτική Το 1919 ο Στράιχερ συνεργάζεται στη δημιουργία της αντισημιτικής οργάνωσης "Wistrich" και την επόμενη χρονιά γίνεται μέλος στο Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα.[2] Σύμφωνα ωστόσο με την Εβραϊκή εικονική βιβλιοθήκη[3] και άλλες πηγές, ο Στράιχερ δημιούργησε, το 1920, ένα μικρό δικό του κόμμα, το Γερμανικό Σοσιαλιστικό Κόμμα (Deutschsozialistische Partei ), κύριος άξονας του οποίου υπήρξε ο αντισημιτισμός. Το 1921 παρέδωσε το κόμμα στο Χίτλερ, ο οποίος αναφέρει σχετικά τη γενναιοδωρία του Στράιχερ στο βιβλίο του Μein Kampf. Αναφέρεται επίσης ότι ήδη από το 1919 είχε δραστηριοποιηθεί με την αντισημιτική οργάνωση "Deutschvölkischer Schutz und Trutzbund" (Γερμανική Ομοσπονδία Άμυνας και Εθνικής Προστασίας), μιας οργάνωσης από τις πολλές που δημιουργήθηκαν ύστερα από την αποτυχημένη επανάσταση των κομμουνιστών της Γερμανίας το 1918. Κυρίαρχη άποψη όλων αυτών των οργανώσεων ήταν ότι οι Εβραίοι είχαν συμπράξει με τους Μπολσεβίκους για να προσδέσουν τη Γερμανία στο κομμουνιστικό άρμα (όπως αναφέρει ο ίδιος ο Στράιχερ στην κατάθεσή του κατά τη δίκη του). Ωστόσο ο Στράιχερ βρήκε τον προορισμό των αναζητήσεών του το 1921, όταν άκουσε μια ομιλία του Χίτλερ στο Μόναχο. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του ίδιου η ομιλία αυτή "τον μεταμόρφωσε", με συνέπεια να εγγραφεί ο ίδιος μέλος του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος και να συγχωνεύσει το δικό του με αυτό, σχεδόν διπλασιάζοντας τα μέλη του NSDAP. Το 1923 είναι η χρονιά - σταθμός για τον Στράιχερ: Ιδρύει την εφημερίδα "Der Stürmer" (σε ελεύθερη απόδοση "Ο επιτιθέμενος"), με βασικό στόχο την αντισημιτική προπαγάνδα: "Θα γίνουμε σκλάβοι των Εβραίων! Γι' αυτό το λόγο πρέπει να τους διώξουμε" έγραφε στην εφημερίδα του. Ο Στράιχερ ήθελε, με το έντυπό του, να προσελκύσει τον κοινό μέσο άνθρωπο, τον εργαζόμενο που δεν μπορούσε να διαθέσει πολύ από τον ελεύθερο χρόνο του για να διαβάσει μια κανονική εφημερίδα. Για το σκοπό αυτό ήταν μόνο τετρασέλιδη, περιείχε άρθρα μικρά με σύντομες προτάσεις, απλό λεξιλόγιο και σκίτσα (για τα οποία αργότερα θα γινόταν περιζήτητη) ενώ είχε πολύ λίγες διαφημίσεις. Ο εκδότης της τη χρησιμοποίησε, επίσης, για να κατακεραυνώσει και τους προσωπικούς του εχθρούς. Το ίδιο έτος ο Χίτλερ αποπειράται το Πραξικόπημα της μπιραρίας. Ο Στράιχερ είναι σταθερά στο πλευρό του και μετά την αποτυχία του πραξικοπήματος καταλήγει, όπως και οι υπόλοιποι πραξικοπηματίες, στη φυλακή του Λάντσμπεργκ για δύο μήνες.[4] Η εφημερίδα επανεκδίδεται το Μάρτιο του 1924 και τον Απρίλιο δημοσιεύει την πρώτη καρικατούρα του "Εβραίου δυνάστη". Ωστόσο η συμπαράστασή του στον Χίτλερ κατά το πραξικόπημα του εξασφάλισε την υποστήριξη του ηγέτη του Εθνικοσοσιαλισμού ως το θάνατό του. Στις 6 Απριλίου 1924 ο Στράιχερ εκλέγεται μέλος του Ράιχσταγκ (γερμανική Βουλή). Στην πρώτη έκδοση του Μάιν Καμπφ (1925 - 26) και στο κεφάλαιο 8 του 2ου τόμου, ο Στράιχερ παρουσιάζεται ως ο Ιωάννης ο Βαπτιστής για τον (Ιησού) Χίτλερ.[5] Η επόμενη επιβράβευση της αφοσίωσής του Στράιχερ έρχεται το 1925, οπότε και το ημιδιαλυμένο Κόμμα επανέρχεται στο προσκήνιο: Ο Στράιχερ διορίζεται από το Κόμμα γκαουλάιτερ της Φρανκονίας, συμπεριλαμβανομένης και της Νυρεμβέργης. Αρχικά η θέση αυτή - επί Δημοκρατίας της Βαϊμάρης - ήταν περισσότερο τιμητική, ωστόσο καθώς το καθεστώς αυτό άρχισε να φθίνει, ο γκαουλάιτερ εξελίχθηκε σε παραστρατιωτικό διοικητή, ενώ όταν οι Ναζί ανέλαβαν την εξουσία, οι γκαουλάιτερ ήταν οι τοπικοί άρχοντες, με τεράστιες εξουσίες και, σε μεγάλο βαθμό, ανεξέλεγκτοι από τις δημόσιες αρχές. Στον Στράιχερ αποδόθηκαν τα προσωνύμια "Frankenführer" και "Κτήνος της Φρανκονίας". Ο Στράιχερ, έχοντας τη σαφή υποστήριξη του Χίτλερ, του οποίου ο "Στύρμερ" ήταν η ευνοούμενη εφημερίδα, εξαπέλυσε σφοδρές αντισημιτικές προπαγανδιστικές επιθέσεις, είτε γενικές είτε στοχευμένες, όπως έκανε με τον Εβραίο αξιωματούχο στη Νυρεμβέργη Γιούλιους Φλάισμαν, τον οποίο κατηγόρησε ότι κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο έκλεβε κάλτσες από τον αξιωματικό εφοδιασμού κατά τη διάρκεια μάχης. Ο Φλάισμαν μήνυσε τον Στράιχερ, ο οποίος καταδικάστηκε σε πρόστιμο 900 μάρκων, αλλά ο αντικειμενικός σκοπός του Στράιχερ, να καταστρέψει τη δημόσια εικόνα του Φλάισμαν είχε επιτευχθεί, αποδεικνύοντας ότι το "σύνθημα" του Στράιχερ για την τακτική του "κατηγόρησε, όλο και κάτι θα μείνει" ήταν ορθό. Την τακτική αυτή ακολούθησε σταθερά και, μολονότι σχεδόν πάντα έχανε στο δικαστήριο, η διάδοση των ιδεών του, που ήταν και το σημαντικότερο γι' αυτόν, τύχαινε σημαντικής κάλυψης και διάδοσης από μέσα μαζικής ενημέρωσης. Από πολλούς κατηγορήθηκε ότι συνέβαλε - ή ακόμη και κατέστρωσε - τους Νόμους της Νυρεμβέργης, ωστόσο κάτι τέτοιο δεν τεκμηριώνεται και από πολλούς θεωρείται απίθανο, καθώς εκτιμάται ότι και ο δείκτης νοημοσύνης του (IQ) ήταν χαμηλός (102).[6] Η προπαγάνδα του Στράιχερ συνεχίστηκε. Αγαπημένη του θεματολογία ήταν η "μόλυνση" του αγνού γερμανικού αίματος που είχαν οι νεαρές γερμανίδες με το μιασμένο εβραϊκό των εκμαυλιστών τους, τους οποίους παρουσίαζε με μεγάλες γαμψές μύτες, εξογκωμένα μάτια, αξυριστους, κοντούς και χοντρούς, συχνά με τη μορφή σκουληκιού, φιδιού ή αράχνης, νώ τις γυναικείες μορφές των αμόλυντων νεαρών γερμανίδων γυμνές ή ημίγυμνες[7] Η κυκλοφορία της εφημερίδας αυξανόταν διαρκώς κατά τη δεκαετία του '30, φθάνοντας, το 1935, τις 480.000 φύλλα, αλλά στις αρχές της δεκαετίας του '40 άρχισε σταδιακά να μειώνεται, φθάνοντας κατά τη διάρκεια του πολέμου τις 100 - 150.000 φύλλα. Οι υπερβολές των αφηγήσεων, η χοντροκοπιά των ιστοριών και των σκίτσων είχαν φθάσει στο σημείο να προκαλέσουν την απέχθεια ακόμη και υψηλά ισταμένων αξιωματούχων του ναζιστικού καθεστώτος, ανάμεσα στους οποίους ο Χέρμαν Γκέρινγκ και ο Χάινριχ Χίμλερ, ιδιαίτερα ύστερα από τη δημοσίευση αναληθών ιστοριών για τον Γκέρινγκ και τη θυγατέρα του Έντα (διέδωσε ότι η Έντα είχε συλλάβει με τεχνητή σπερματέγχυση). Ωστόσο, λόγω της ισχυρής φιλίας του με τον Χίτλερ, παρέμεινε αλώβητος. Ο Χίτλερ εκώφευσε ακόμη και όταν του καταγγέλθηκε ότι ο Στράιχερ προέβαινε σε βασανισμούς και ξυλοδαρμούς Εβραίων, ενώ υπήρξαν και κατηγορίες για παιδεραστία. Ο Χίτλερ συνέχισε να τον τιμά με τη φιλία του, μνημονεύοντάς τον σε έναν από τους ανεπίσημους λόγους του (table talk) στις 15 Δεκεμβρίου 1941 και επαινώντας τον για "τα όσα έχει προσφέρει".[8] Ο Στράιχερ ήταν πιθανότατα ένοχος για όσα του καταμαρτυρούσαν, αλλά λόγω της υποστήριξης του Φύρερ κανείς δεν τολμούσε να τον αγγίξει. Ο Ουίλιαμ Σίρερ τον αποκαλεί "διάσημο πορνογράφο", αναφέροντας ότι "το έντυπό του προκαλούσε ναυτία ακόμη και σε πολλούς Ναζί"[9] Επίσης, κατά τη διάρκεια της Νύχτας των Κρυστάλλων είχε διαδοθεί ότι οικειοποιήθηκε πολλά κινητά περιουσιακά στοιχεία των υπό διωγμό Εβραίων, πράγμα που οδήγησε στη σύσταση της "επιτροπής Γκέρινγκ" για τη διερεύνηση των γεγονότων στο γκάου του και ιδιαίτερα στη Νυρεμβέργη. Το 1940 ωστόσο, ο Χίτλερ υποχρεώθηκε να του αφαιρέσει όλα του τα αξιώματα και ο Στράιχερ περιέπεσε στην αφάνεια, παρά το γεγονός ότι του επιτράπηκε να συνεχίσει την έκδοση της εφημερίδας του. Η σύζυγός του απεβίωσε το 1943 και, λίγες ημέρες μετά την παράδοση της Γερμανίας στους Συμμάχους ο Στράιχερ αντί να αυτοκτονήσει, όπως ισχυρίστηκε αργότερα πως σκέφθηκε να πράξει, νυμφεύτηκε τη γραμματέα του Άντελε Τάππε (Adele Tappe). Σύλληψη, δίκη και καταδίκη Στις 23 Μαϊου 1945 ο Στράιχερ συνελήφθη στο Βάιντρινγκ (Waidring), μια κωμόπολη της Αυστρίας από μια ομάδα Αμερικανών, ο επικεφαλής της οποίας, ταγματάρχης Χένρι Πλιτ (Henry Plitt) ήταν Εβραίος. Αρχικά ο Στράιχερ προσπάθησε να πείσει τους Αμερικανούς ότι ήταν ο ζωγράφος "Γιόζεφ Σάιλερ" (Josef Sailer), ύστερα όμως από μερικές ερωτήσεις αποκάλυψε το πραγματικό του όνομα. Το σώμα του Στράιχερ ύστερα από την εκτέλεσή του Παραπέμφθηκε να δικαστεί στη Δίκη της Νυρεμβέργης, ειρωνικότατα στην ίδια πόλη όπου κάποτε υπήρξε παντοδύναμος. Η υπεράσπισή του ανέφερε ότι ο Στράιχερ δεν ήταν ούτε μέλος της Κυβέρνησης, ούτε υπήρξε τμήμα της γερμανικής πολεμικής προσπάθειας ή αναμίχθηκε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Κατά την ακροαματική διαδικασία εφάρμοσε πλήρως τη γνωστή του τακτική που τον έκανε διάσημο τη δεκαετία του '20, ενώ ισχυρίστηκε ότι οι δεσμοφύλακές του τον κακομεταχειρίστηκαν κατά την κράτησή του και τον προπηλάκιζαν. Ωστόσο δεν κατάφερε να πείσει το δικαστήριο για τους ισχυρισμούς του, ενώ το σκεπτικό με το οποίο κρίθηκε ένοχος, την 1η Οκτωβρίου 1946, για εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητας ανέφερε: "...για την επί εικοσιπενταετία δράση του με γραπτά, λόγους και κηρύγματα μίσους εναντίον των Εβραίων, ήταν ευρέως γνωστός ως ο υπ' αριθμόν ένα διώκτης των Εβραίων. Με τα άρθρα και τους λόγους του, κάθε βδομάδα, κάθε μήνα, μόλυνε τη γερμανική σκέψη με τον ιό του αντισημιτισμού και προέτρεπε το γερμανικό λαό να αναλάβει ενεργό ρόλο σε διώξεις...".[10] Η ποινή εκτελέστηκε στις 16 Οκτωβρίου 1946[11]. Παραπομπές ↑ Encyclopedia Brittanica
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License |
<@=@=@> |
|
|
|