Σιμόν Μπολίβαρ
|
Ο Σιμόν Χοσέ Αντόνιο δε λα Σαντίσιμα Τρινιδάδ Μπολίβαρ υ Παλάσιος (Simón José Antonio de la Santísima Trinidad Bolívar y Palacios, γενν. 24 Ιουλίου 1783 στο Καράκας, Βενεζουέλα, θαν. 17 Δεκεμβρίου 1830 στη Σάντα Μάρτα, Κολομβία) ήταν ηγέτης διαφόρων κινημάτων ανεξαρτησίας σε όλη τη Νότια Αμερική, συλλογικά γνωστά ως Πόλεμος του Μπολίβαρ. Ως ηγέτης στον αγώνα για ανεξαρτησία για τις περιοχές που σήμρα αποτελούν τη Βενεζουέλα, την Κολομβία, το Εκουαδόρ, το Περού, τον Παναμά και τη Βολιβία, θεωρείται σημαντικός ήρωας σε αυτές τις χώρες, καθώς και στην υπόλοιπη ισπανόφωνη Αμερική. Το 1802 παντρεύτηκε την Μαρία Τερέσα Ροδρίγκες ντελ Τόρο υ Αλάισα. Όταν η σύζυγός του πέθανε από κίτρινο πυρετό λιγότερο από έναν χρόνο αργότερα, ο Μπολίβαρ δεν παντρεύτηκε ποτέ ξανά. Είναι γνωστός ως "El Libertador", Ο Ελευθερωτής, και ως ο "Τζωρτζ Ουάσινγκτον της Νότιας Αμερικής" για τον ηγετικό του ρόλο στα πιο πάνω κινήματα ανεξαρτησίας, όπως ο Ουάσινγκτον ήταν αυτός που οδήγησε σε ανεξαρτησία τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η οικογένεια και τα πρώτα του χρόνια Η αριστοκρατική οικογένεια των Μπολίβαρ προέρχεται από ένα μικρό χωριό στη Χώρα των Βάσκων, το Bolibar, από όπου βγαίνει και το όνομά της.[1] Οι Μπολίβαρ εγκαταστάθηκαν στη Βενεζουέλα τον 16ο αιώνα. Μέρος του πλούτου τους δημιουργήθηκε από τα μεταλλεία χρυσού και χαλκού στον ποταμό Αρόα στη Βενεζουέλα. Η εξόρυξη χρυσού, που άρχισε το 1632, οδήγησε στην ανακάλυψη μεγάλων αποθεμάτων χαλκού. Προς το τέλος του 17ου αιώνα τα μεταλλεία χαλκού αποκτήθηκαν από την οικογένεια του Σιμόν Μπολίβαρ. Αργότερα, ο Μπολίβαρ θα χρησιμοποιούσε μέρος των εισοδημάτων από τα μεταλλεία αυτά για τη χρηματοδότηση των επαναστατικών πολέμων στη Νότια Αμερική. Μερικοί υποστηρίζουν ότι η οικογένειά του απέκτησε ισχύ προτού αποκτήσει πλούτο. Για παράδειγμα, ο Καθεδρικός του Καράκας, ο οποίος κτίστηκε το 1575, έχει ένα μέρος του ναού αφιερωμένο στην οικογένεια του Σιμόν Μπολίβαρ. El Libertador (Ο Ελευθερωτής) Ο Μπολίβαρ επέστρεψε στη Βενεζουέλα το 1807 και, όταν ο Ναπολέων έκανε τον Ιωσήφ Βοναπάρτη βασιλιά της Ισπανίας και των αποικιών της το 1808, συμμετείχε στο στρατιωτικό αντιστασιακό κίνημα στη Νότια Αμερική. Το κίνημα του Καράκας ανακήρυξε την ανεξαρτησία της χώρας το 1810 και ο Μπολίβαρ στάλθηκε στη Βρετανία σε διπλωματική αποστολή. Ο Μπολίβαρ γύρισε πίσω στη Βενεζουέλα το 1811. Όμως τον Ιούλιο του 1812 ο ηγέτης του στρατιωτικού κινήματος Φρανσίσκο ντε Μιράντα παραδόθηκε στους Ισπανούς και ο Μπολίβαρ κατέφυγε στην Καρταχένα της Κολομβίας. Την περίοδο αυτή ο Μπολίβαρ έγραψε το Μανιφέστο της Καρταχένα. Το 1813, αφού ανέλαβε στρατιωτικά καθήκοντα στη Νέα Γρανάδα σύμφωνα με τις αποφάσης της Συνέλευσης της Τούνχα, ηγήθηκε της εισβολής στη Βενεζουέλα στις 14 Μαΐου. Αυτή ήταν η αρχή της Campaña Admirable, της Θαυμαστής Εκστρατείας. Μπήκε στη Μέριδα της Βενεζουέλας στις 23 Μαΐου, όπου τον ανακήρυξαν El Libertador (επειδή τους απελευθέρωσε από τον ισπανικό στρατό), και ακολούθησε η κατάληψη του Τρουχίγιο στις 9 Ιουνίου. Έξι μέρες αργότερα, στις 15 Ιουνίου, υπαγόρευσε την περίφημη Διακήρυξη του Πολέμου μέχρι Θανάτου (Decreto de Guerra a Muerte). Το Καράκας ανακαταλήφθηκε στις 6 Αυγούστου 1813 και ο Μπολίβαρ καθιερώθηκε ως "El Libertador", ανακηρύσσοντας τη Δεύτερη Δημοκρατία της Βενεζουέλας. Λόγω της εξέγερσης του Χοσέ Τομάς Μπόβες το 1814 και της πτώσης της Δημοκρατίας, επέστρεψε στη Νέα Γρανάδα, όπου οδήγησε μια κολομβιανήεθνικιστική δύναμη στην κατάληψη της Μπογοτά το 1814, την οποία είχαν καταλάβει δυνάμεις αντιφρονούντων από την Κουντιναμάρκα. Είχε πρόθεση να προχωρήσει στην Καρταχένα και να στρατολογήσει ντόπιες δυνάμεις για να καταλάβει τη βασιλική Σάντα Μάρτα. Όμως, μετά από πολλές πολιτικές και στρατιωτικές συγκρούσεις με την κυβέρνηση της Καρταχένα, ο Μπολίβαρ κατέφυγε το 1815 στη Τζαμάικα, από όπου ζήτησε τη βοήθεια Αϊτιανού ηγέτη Αλεξάντρ Πεσιόν. Το 1816, με βοήθεια από την Αϊτή (η οποία του δόθηκε επειδή υποσχέθηκε ότι θα ελευθέρωνε τους σκλάβους), ο Μπολίβαρ έκανε απόβαση στη Βενεζουέλα και κατέλαβε την Ανγκοστούρα (σήμερα Πόλη Μπολίβαρ). Με τη νίκη στη Μάχη της Μπογιακά το 1819 η Νέα Γρανάδα απελευθερώθηκε από την ισπανική κυριαρχία και στις 7 Σεπτεμβρίου 1821 δημιουργήθηκε η Μεγάλη Κολομβία (ομοσπονδία η οποία κάλυπτε την έκταση που καλύπτουν σήμερα οι χώρες Βενεζουέλα, Κολομβία, Παναμάς και Εκουαδόρ), με πρόεδρο τον Μπολίβαρ και αντιπρόεδρο τον Φρανσίσκο ντε Πάουλα Σαντάντερ. Αντόνιο Χοσέ ντε Σούκρε Πρόσθετες νίκες στις Μάχες του Καραβόβο το 1821 και της Πιτσίντσα το 1822 εδραίωσαν την κυριαρχία του στη Βενεζουέλα και το Εκουαδόρ αντίστοιχα. Μετά από συνάντηση στο Γουαγιακίλ στις 26 και 27 Ιουλίου 1822 με τον Αργεντίνο Στρατηγό Χοσέ ντε Σαν Μαρτίν (ο οποίος, έχοντας ελευθερώσει εν μέρει το Περού, τον Αύγουστο του 1821 απέκτησε τον τίτλο Προστάτης της Περουβιανής Ελευθερίας), ο Μπολίβαρ ανέλαβε να ολοκληρώσει την απελευθέρωση του Περού. Η Περουβιανή συνέλευση στις 10 Φεβρουαρίου 1824 τον όρισε δικτάτορα του Περού, κάτι που επέτρεψε στον Μπολίβαρ να αναδιοργανώσει ριζικά την πολιτική και στρατιωτική διοίκηση. Ο Μπολίβαρ, με τη βοήθεια του Αντόνιο Χοσέ ντε Σούκρε, νίκησε το ισπανικό ιππικό στις 6 Αυγούστου 1824 στη Μάχη του Χουνίν. Ο Σούκρε κατέστρεψε τις υπόλοιπες ισπανικές δυνάμεις (οι οποίες εξακολουθούσαν να υπερέχουν αριθμητικά) στη Μάχη του Αγιακούτσο στις 9 Δεκεμβρίου. Στις 6 Αυγούστου 1825, στη Συνέλευση του Άνω Περού, δημιουργήθηκε η Δημοκρατία της Βολιβίας. Έτσι, ο Μπολίβαρ έγινε ένας από τους λίγους ανθρώπους από τους οποίους μια χώρα έχει πάρει το όνομά της. Το σύνταγμα αντανακλούσε τις επιρροές που είχε στην πολιτική σκέψη του Μπολίβαρ η Γαλλική και Σκοτσέζικη Διαφώτιση, καθώς και οι Έλληνες και Ρωμαίοι κλασικοί συγγραφείς. Ο Μπολίβαρ δυσκολεύτηκε πολύ να διατηρήσει τον έλεγχο στην τεράστια Μεγάλη Κολομβία. Το 1826 εσωτερικές διαμάχες δημιούργησαν έντονες διαφωνίες σε όλη τη χώρα και προκάλεσαν εξεγέρσεις στη Βενεζουέλα, φέρνοντας την εύθραυστη νοτιοαμερικανική συμμαχία στο χείλος της κατάρρευσης. Επιτεύχθηκε συμφωνία με τους Βενεζουελανούς αντάρτες, στους οποίους δόθηκε αμνηστία, αυτό όμως είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθούν οι αντιφρονούντες στη Νέα Γρανάδα. Σε μια προσπάθεια να κρατήσει τη συνομοσπονδία ενιαία, ο Μπολίβαρ συγκάλεσε συνταγματική συνέλευση στην Οκάνια της Κολομβίας τον Απρίλιο του 1828. Έβλεπε το όνειρό του για μια ομοσπονδία όλων των νέων ανεξάρτητων δημοκρατιών, στο στυλ της Αμερικανικής Επανάστασης, με μια κυβέρνηση που θα αναγνώριζε και διαφύλαττε τα ατομικά δικαιώματα, να υποχωρεί στις πιέσεις από διάφορα συμφέροντα που υπήρχαν σε όλη την περιοχή, τα οποία απέρριπταν το μοντέλο αυτό και ενδιαφερόντουσαν λίγο ή και καθόλου για φιλελεύθερες αρχές. Για τον λόγο αυτό, και για να αποτρέψει τη διάλυση, ο Μπολίβαρ προσπάθησε να δημιουργήσει στη Μεγάλη Κολομβία ένα πιο συγκεντρωτικό μοντέλο κυβέρνησης, το οποίο θα περιείχε μερικά ή όλα τα στοιχεία του βολιβιανού συντάγματος που ο ίδιος είχε γράψει (το οποίο περιλάμβανε ισόβια προεδρία με δυνατότητα επιλογής του διαδόχου, αν και αυτό ήταν θεωρητικά υπό τον έλεγχο ενός περίπλοκου συστήματος ισορροπιών). Αυτή η κίνηση θεωρήθηκε αμφιλεγόμενη και αυτός ήταν ένας από τους λόγους που οι προσπάθειες αυτές συνάντησαν μεγάλη αντίσταση. Η συνέλευση παρολίγο να τελειώσει με ένα έγγραφο το οποίο θα δημιουργούσε μια ριζικά ομόσπονδη κυβέρνηση, η οποία θα μείωνε σημαντικά τις εξουσίες της κεντρικής διοίκησης. Δυσαρεστημένοι με την προοπτική αυτή, οι αντιπρόσωποι του Μπολίβαρ εγκατέλειψαν τη συνέλευση. Μετά την αποτυχία της συνέλευσης, λόγω σοβαρών πολιτικών διαφωνιών, ο Μπολίβαρ ανακήρυξε τον εαυτό του δικτάτορα στις 27 Αυγούστου 1828. Το θεώρησε αυτό ως προσωρινό μέτρο, ως μέσο για να αποκαταστήσει την κυριαρχία του και να διασώσει τη Δημοκρατία, αν και έτσι αύξησε τη δυσαρέσκεια και το θυμό στους πολιτικούς του αντιπάλους. Στις 25 Σεπτεμβρίου 1828 έγινε αποτυχημένη απόπειρα κατά της ζωής του, εν μέρει χάρη στην ερωμένη του Μανουέλα Σάενς, σύμφωνα με τη λαϊκή πεποίθηση. Παρόλο που η απόπειρα δολοφονίας δεν έπληξε σωματικά τον Μπολίβαρ, τον επηρέασε βαθύτατα. Οι αντιδράσεις συνεχίστηκαν και κατά τα επόμενα δύο χρόνια έγιναν εξεγέρσεις στη Νέα Γρανάδα, τη Βενεζουέλα και το Εκουαδόρ. Θάνατος και κληρονομιά Ο Μπολίβαρ παραιτήθηκε από την προεδρία στις 27 Απριλίου 1830, με πρόθεση να αυτοεξοριστεί στην Ευρώπη, κατά πάσα πιθανότητα στη Γαλλία. Είχε ήδη στείλει διάφορα κιβώτια (τα οποία περιλάμβαναν τα προσωπικά του αντικείμενα και τα γραπτά του) στην Ευρώπη πριν από την αναχώρησή του. Πέθανε προτού αναχωρήσει, μετά από οδυνηρή μάχη με τη φυματίωση, στις 17 Δεκεμβρίου 1830 στην Κίντα δε Σαν Πέδρο Αλεχαντρίνο", στη Σάντα Μάρτα στην Κολομβία. Τα λείψανά του μεταφέρθηκαν από τη Σάντα Μάρτα στο Καράκας το 1842, όπου κτίστηκε μνημείο για την ταφή του. Η 'Κίντα' κοντά στη Σάντα Μάρτα έγινε μουσείο με πολλές αναφορές στη ζωή του.[2] Πολιτική κληρονομιά Λίγο πριν πεθάνει, ο Μπολίβαρ ζήτησε από τον προσωπικό του βοηθό, τον Στρατηγό Ντανιέλ Φλορένσιο Ο' Λήρυ να κάψει το εκτενές αρχείο με τα γραπτά, τις επιστολές και τις ομιλίες του. Ο Ο' Λήρυ δεν υπάκουσε την εντολή και τα τα γραπτά διασώθηκαν, δίνοντας στους ιστορικούς τεράστιο πλούτο πληροφοριών για τη φιλελεύθερη φιλοσοφία και σκέψη του Μπολίβαρ. Μεγάλος θαυμαστής της Αμερικανικής Επανάστασης (αντίθετα από την άποψη που είχε για τη Γαλλική Επανάσταση), ο Μπολίβαρ περιέγραψε τον εαυτό του σε πολλές επιστολές ως "φιλελεύθερο" και υπέρμαχο του οικονομικού συστήματος της ελεύθερης αγοράς. Ανάμεσα στα βιβλία που είχε μαζί του όταν έγραφε το Βολιβιανό Σύνταγμα ήταν Το Πνεύμα των νόμων του Μοντεσκιέ και Ο Πλούτος των Εθνών του Άνταμ Σμιθ. Οι ομιλίες και τα γραπτά του Μπολίβαρ δείχνουν ότι ήταν υπέρ του περιορισμένου κράτους, του διαχωρισμού των εξουσιών, της θρησκευτικής ελευθερίας, του δικαιώματος ιδιοκτησίας και του κράτους δικαίου. Συγγενείς Ο Σιμόν Μπολίβαρ δεν άφησε απογόνους. Οι κατοπινοί συγγενείς του προέρχονται από την αδελφή του Χουάνα Μπολίβαρ υ Παλάσιος, η οποία παντρεύτηκε τον Ντιονίσιο Παλάσιος υ Μπλάνκο (θείο του Σιμόν και της Χουάνα από την πλευρά της μητέρας τους) και απέκτησε δύο παιδιά: τον Γκιγέρμο και την Μπενίγνα. Ο Γκιγέρμο σκοτώθηκε πολεμώντας στο πλευρό του θείου του στη μάχη της Λα Ογκάσα το 1827. Η Μπενίγνα Παλάσιος υ Μπολίβαρ παντρεύτηκε τον Πέδρο Αμέστοϋ. Τα δισέγγονά τους, Πέδρο και Εδουάρδο Μεντόσα Γκοϊτικόα ζουν στο Καράκας και είναι οι πιο κοντινοί συγγενείς του Μπολίβαρ που ζουν σήμερα. [3] Τιμές * Πρόεδρος της Μεγάλης Κολομβίας: 1821-1830 Εκτός από τα αγάλματα που παρουσιάζονται σε αυτό το λήμμα, υπάρχει ένα άγαλμα του Μπολίβαρ στην Ουάσινγκτον στις ΗΠΑ, στο Κάιρο της Αιγύπτου, στη Λεωφόρο Ρεφόρμα στην Πόλη του Μεξικό, και στην Πόλη του Κεμπέκ. Μια κεντρική λωφόρος στην Άγκυρα της Τουρκίας φέρει το όνομά του. Άλλες σημειώσεις * Ο Μπολίβαρ διέσχισε 123 χιλιάδες χιλιόμετρα, περισσότερα απ' ό,τι ο Χριστόφορος Κολόμβος και ο Βάσκο ντα Γκάμα μαζί. Βλέπε επίσης * Πόλεμος του Μπολίβαρ Παραπομπές 1. ↑ Museo Simon Bolibar doble Εξωτερικοί σύνδεσμοι
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License |
<@=@=@> |
|
|
|