Ούγκο Τσάβες


Ο Ούγκο Ραφαέλ Τσάβες Φρίας ή Ούγκο Τσάβες , ισπανικά: Hugo Rafael Chavez Frias ) είναι στρατιωτικός και πολιτικός, Πρόεδρος της Βενεζουέλας από το 1999. Εξελέγη Πρόεδρος το 1998. Πολύ δημοφιλής στη χώρα του, επέβαλε ένα νέο Σύνταγμα και προώθησε κοινωνικές αλλαγές.
Πρώτα χρόνια

Γεννήθηκε στις 28 Ιουλίου 1954. Έλαβε στρατιωτική εκπαίδευση στους αλεξιπτωτιστές. Παντρεύτηκε 2 φορές και σήμερα είναι διαζευγμένος από τη Μαριζαμπέλ Ροντρίγκεζ. Έχει 4 παιδιά.

Αποτυχημένο πραξικόπημα και συνέπειες

Το 1983 ίδρυσε το Μπολιβαριανό Επαναστατικό Κίνημα 200 (Movimiento Bolivariano Revolucionario 200, MBR-200). Στις 4 Φεβρουαρίου 1992, ο Τσάβεζ με το MBR-200 πραγματοποίησε απόπειρα πραξικοπήματος κατά του προέδρου Κάρλος Άντρες Πέρες, με 18 νεκρούς και 60 τραυματίες. Η απόπειρα για την κατάληψη της εξουσίας απέτυχε και μια ακόμα προσπάθεια, το Νοέμβριο του 1992, είχε αποτέλεσμα την κατάληψη του κτηρίου της κρατικής τηλεόρασης. Στη διάρκεια αυτού του γεγονότος, το οποίο επίσης απέτυχε, ο Τσάβες βρισκόταν στη φυλακή.

Έπειτα από δύο χρόνια, του έδωσε αμνηστία ο Πρόεδρος Ραφαέλ Καλντέρα (Rafael Caldera). Αναδόμησε το MBR και το έκανε πολιτικό κομμα με το όνομα «Κίνημα για την Πέμπτη Δημοκρατία» (MVR).

Πρόεδρος

Ο Τσάβες εξελέγη Πρόεδρος στις εκλογές της 6 Δεκεμβρίου 1998 με τη μεγαλύτερη συμμετοχή των τελευταίων 4 δεκαετιών, της τάξεως του 56,2%. Ο Τσάβες εφάρμοσε το πολιτικό του πρόγραμμα που περιλαμβάνει αναδιανομή της γης, προγράμματα στέγασης, μόρφωσης, περίθαλψης και παιδείας για τους φτωχούς. Στις 2 Φεβρουαρίου 1999, ορκίστηκε Πρόεδρος και διά δημοψηφίσματος δημιούργησε Συντακτική Εθνοσυνέλευση. Ακολούθησε η νίκη του στις βουλευτικές εκλογές, με το κόμμα του να καταλαμβάνει τις 120 επί συνόλου 131 εδρών.

Βάσει του νέου Συντάγματος, η χώρα μετονομάστηκε σε «Μπολιβαριανή Δημοκρατία της Βενεζουέλας», για να τιμηθεί ο ήρωας της ανεξαρτησίας, Σιμόν Μπολιβάρ. Η θητεία του προέδρου αυξήθηκε σε 6 χρόνια και επετράπη η δεύτερη θητεία των Προέδρων. Οι πολιτειακές αλλαγές εγκρίθηκαν σε δημοψήφισμα, το Δεκέμβριο του 1999. Τον Ιούλιο του 2000 διεξήχθησαν εκλογές για την Εθνοσυνέλευση. Ταυτόχρονα, ο Τσάβεζ πέτυχε την επανεκλογή του στην προεδρία. Την περίοδο 2000-2001 κυβέρνησε με διατάγματα.

Ταραχές, πραξικόπημα και αντιπραξικόπημα

Στις 9 Απριλίου 2002, τα συνδικάτα κήρυξαν απεργία. Στις 11 Απριλίου, στη διάρκεια διαδηλώσεων κατά της απόλυσης του προέδρου μεγάλης εταιρείας πετρελαίου, ξέσπασε βία, με 17 νεκρούς και εκατοντάδες τραυματίες. Γιατροί ανέφεραν ότι πολλά από τα θύματα είχαν πυροβοληθεί από ελεύθερους σκοπευτές, ωστόσο η έρευνα έχει παγώσει και δεν είναι με ακρίβεια γνωστό το τι έγινε εκείνη την ημέρα.

Στο μεταξύ, παραιτήθηκε ο διοικητής των Ενόπλων Δυνάμεων, Λούκας Ρινκόν Ρομέρο (Lucas Rincon Romero), αφού πρώτα ανακοίνωσε σε εθνικό δίκτυο την παραίτηση του Τσάβες (ωστόσο, ο Τσάβες ανέφερε αργότερα ότι συνελήφθη όμηρος). Νέος πρόεδρος αυτοανακηρύχθηκε ο Πέδρο Καρμόνα, πρόεδρος του συνδέσμου βιομηχάνων και εμπόρων της Βενεζουέλας υποστηριζόμενος από το στρατό. Ο νέος ηγέτης άλλαξε ξανά το όνομα της χώρας σε Δημοκρατία της Βενεζουέλας, αλλά οι υποστηρικτές του Τσάβεζ προκάλεσαν αντιπραξικόπημα. Τη νύχτα του Σαββάτου, στις 13 Απριλίου 2002 ο Τσάβεζ επέστρεψε στην ηγεσία, τερματίζοντας τη συντομότερη κυβέρνηση στην ιστορία της χώρας. Ο Lucas Rincon Romero επαναδιορίστηκε διοικητής του Στρατού και το 2003 έγινε Υπουργός Εσωτερικών.

Το Δεκέμβριο του 2002, η κυβέρνηση Τσάβες αντιμετώπισε την απεργία των συνδικάτων, η οποία κράτησε 2 μήνες. Τον Αύγουστο του 2003, η Αντιπολίτευση ξεκίνησε τη διαδικασία για την καθαίρεση του Τσάβες. Το αρμόδιο Συμβούλιο απέρριψε την πρόταση και η ψηφοφορία έγινε στις 15 Αυγούστου2004. Το 59,25% ήταν κατά της ανατροπής της απόφασης για καθαίρεση του Προέδρου. Το Μάιο του 2004, συνελήφθησαν 126 Κολομβιανοί, προσκείμενοι στον Ρομπέρτο Αλόνσο (Roberto Alonso), που θεωρείται αρχιτέκτονας του πραξικοπήματος του 2002. Οι συλληφθέντες κατηγορήθηκαν ως παραστρατιωτικοί. Οι σχέσεις της χώρας του με την Κούβα αναθερμάνθηκαν με την υπογραφή της Πρωτοβουλίας Μπολίβαρ για την Αμερική το Μάιο του 2005, από τους Τσάβες και Κάστρο. Αντίθετα, με τις ΗΠΑ ο Τσάβες είναι έντονα επικριτικός στην εξωτερική τους πολιτική. Κατηγόρησε την Αμερική ότι επιθυμεί τη δολοφονία του· τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς ο Αμερικανός τηλευαγγελιστής Πατ Ρόμπερτσον ζήτησε δημόσια τη δολοφονία του και στη συνέχεια ζήτησε συγνώμη. Ο ίδιος είχε συγκρίνει τον ηγέτη της Βενεζουέλας με τον Χίτλερ.

Επανεκλογή

Στις προεδρικές εκλογές της 3 Δεκεμβρίου 2006 ο Τσάβεζ επανεξελέγη από τον πρώτο γύρο για έξι ακόμα χρόνια και ο αντίπαλός του, σοσιαλδημοκράτης Μανουέλ Ροσάλες, κυβερνήτης της πετρελαιοπαραγωγού επαρχίας Σούλια, παραδέχτηκε αμέσως την ήττα του. Ο Τσάβες συγκέντρωσε περί το 63% των ψήφων. Οι διεθνείς παρατηρητές επιβεβαίωσαν ότι δεν υπήρξε ζήτημα νοθείας.

Και στις εκλογές αυτές έδειξαν ότι η κοινωνία της Βενεζουέλας είναι ιδιαίτερα πολωμένη. Η μεγάλη πλειονότητα των φτωχών, το 80% του πληθυσμού, επικροτεί την έμφαση που δίνει ο Τσάβες στην υγεία, την παιδεία και τη στέγαση με την αναδιανομή των κερδών από το πετρέλαιο και την αναδιανομή της γης, ενώ η πλειονότητα των μελών της μεσαίας τάξης και η βαθύπλουτη, κοντά στις ΗΠΑ περελαϊκή ελίτ τον θεωρεί δικτάτορα.

Η επανεκλογή του για τρίτη φορά ερμηνεύεται από τον Τσάβες ως ψήφος υπέρ του σοσιαλιστικού του σχεδίου. «Οι Βενεζουελάνοι δεν ψήφισαν εμένα, ψήφισαν για ένα σοσιαλιστικό σχέδιο» [1]. Τη βραδιά της επανεκλογής του φώναζε στους χιλιάδες οπαδούς του που είχαν συγκεντρωθεί έξω από το προεδρικό μέγαρο Μιραφλόρες: «Ζήτω η σοσιαλιστική επανάσταση! Το πεπρωμένο έχει γραφτεί». «Μια νέα εποχή ξεκίνησε», συνέχιζε, «Δείξαμε ότι η Βενεζουέλα είναι κόκκινη! ...Κανείς δεν πρέπει να φοβάται το σοσιαλισμό ...Ο σοσιαλισμός είναι ανθρώπινος. Ο σοσιαλισμός είναι αγάπη. ...Κάτω ο ιμπεριαλισμός! Χρειαζόμαστε ένα καινούργιο κόσμο!» [2] Εξαπέλυσε, επίσης, νέα επίθεση στο "διάβολο" Τζωρτζ Μπους. Πριν τις εκλογές είχε δηλώσει ότι θα αφιερώσει τη νίκη του στον ασθενή κουβανό ηγέτη Κάστρο. Ο Τσάβες είχε εξαγγείλει προεκλογικά την επιτάχυνση της αγροτικής μεταρρύθμισης με τη διανομή σε ακτήμονες μεγάλων γεωργικών «τσιφλικιών» και την ενίσχυση του κρατικού ελέγχου στο πετρελαϊκό μονοπώλιο της χώρας.

Στις 10 Ιανουαρίου 2007 ο Τσάβες ορκίστηκε για μια ακόμα θητεία. Την ίδια χρονιά, παρά τις αντιδράσεις, προώθησε την παράταση της θητείας του ως το 2012. Στις 2 Νοεμβρίου του 2007 η Εθνοσυνέλευση με 160 ψήφους υπέρ και 7 κατά ενέκρινε τις συνταγματικές μεταρρυθμίσεις που είχε προτείνει η κυβέρνηση του Τσάβες ανοίγοντας το δρόμο για την παραμονή του στην εξουσία και την επόμενη δεκαετία.[3]

Πρώτη ήττα το 2007

Ο Τσάβες υπέστη την πρώτη του ήττα με την καταψήφιση των σχεδιαζόμενων από τον ίδιο συνταγματικών τροποποιήσεων. Στο σχετικό δημοψήφισμα στις 2 Δεκεμβρίου του 2007 οι πολίτες με οριακή πλειοψηφία 50,7% έναντι 49,2%, απέρριψαν το πακέτο των μεταρρυθμίσεων που προσπάθησε να περάσει ο Τσάβες. Με τις ματαιωθείσες μεταρρυθμίσεις, ο Τσάβες θα μπορούσε να διεκδικεί εφ’ όρου ζωής την επανεκλογή του, να καταργήσει την αυτονομία της κεντρικής τράπεζας, να ενισχύσει τον έλεγχό του στις ένοπλες δυνάμεις και να περιορίσει την ελευθεροτυπία σε καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης.[1]


Αναφορές

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License

<@=@=@>


www.hellenica.de